Ο ποιητής Γιάννης Κοντός, Γιώργος Μαρκόπουλος και Αντώνης Φωστιέρης στο βιβλιοπωλείο Εκάτη, 10.1.2014
Δεξιά: Ο ποιητής Γιάννης Κοντός (1943-2015). Αριστερά δίπλα του ο ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος. Όρθιος στη μέση ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης. (φωτο: Αλέξιος Μάινας, αρχείο Αποικία)

ΜΙΚΡΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ - ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ

Σε ανάμνηση του ποιητή και φίλου Γιάννη Κοντού (1943-2015), που «έφυγε» σαν σήμερα πριν τρία χρόνια (21.1.2015), ανθολογούμε μερικά ποιήματά του.
(Η Σύνταξη

Μικρό ανθολόγιο

Οι λέξεις και ο τέτανος

Ευτυχώς πέρασε κι αυτή
η μέρα και ζούμε.
Το ζούμε σηκώνει πολλή κουβέντα,
αλλά με το θέμα έχουν ασχοληθεί
πολλοί και θεωρείται λήξαν.
(Το «ν» στο τέλος μ’ ενοχλεί.
Αν κάνουμε μερικές αλλαγές
στα γράμματα και στον τονισμό
έχουμε τη λέξη λύσσα που τόσο
ταιριάζει στην περίπτωση.)

Το θέμα όμως είναι άλλο.
Λοιπόν, ευτυχώς –επιμένω–
δεν έπαθα τέτανο με τόσες
σκουριασμένες λέξεις που παιδεύομαι.
Και μου ’πε ο ψυχίατρος χτες το βράδυ:
– Βρε Γιάννη, φόρα και καμιά φορά γάντια.

Μα γίνονται αυτές οι δουλειές
με γάντια;

Γιάννης Κοντός (1943-2015), Το χρονόμετρο, εκδόσεις Κέδρος, 1972

~.~

Το κατά κεφαλήν εισόδημα

Φέτος δεν φόρεσα καθόλου γάντια.
Τα πιάνω όλα με γυμνά χέρια.
Πάει και ο φόβος του τέτανου.
Με γυμνά χέρια κάνω τους λογαριασμούς.
Μέσα από σπασμένο μάτι τα βλέπω όλα αυτά
και δεν πρόκειται να γυρίσω πίσω.
Προβάλλεται η ζωή μου – η ζωή σας
στο πανί αργά ή γρήγορα
με κάτι χαρακιές φως – φωνές ερωτικές
και αυτό είναι και τέλος.

Οικονομολόγοι μιλάνε με εξισώσεις
για την ανάκαμψη της οικονομίας.
Τα ζώα τρώνε το χορτάρι τους
ήσυχα – χωρίς να ξέρουν μαθηματικά –

Τα νερά τρέχουν

Οι ρίζες απλώνουν.

Μασάω πέτρα όλη μέρα
με αξύριστο – με αγύριστο κεφάλι.

Γιάννης Κοντός, Φωτοτυπίες, εκδόσεις Κέδρος, 1977

~..~

Μαγική εικόνα

Άνοιξες την πόρτα και μετά
άλλη κι άλλη και βρέθηκες
στη μέση του μεγάλου τσίρκου
στο κλουβί με τα λιοντάρια.

Είπες: Θε μου, τι γυρεύω εδώ;
Εγώ πήγαινα στην τουαλέτα.

Γιάννης Κοντός, Το χρονόμετρο, εκδόσεις Κέδρος, 1972

~.~

16.  [Φούντωσε…]

Φούντωσε το χορτάρι στο δωμάτιο.
Δεν μπορώ να μετακινηθώ. Ένα λιοντάρι
με περιεργάζεται με τα κίτρινα μάτια του.
Δεν είμαι ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων,
ο Γιάννης είμαι και δε θέλω ούτε λιοντάρια
ούτε ανθρώπους. Το δωμάτιο θέλω να καθαρίσω
και να καθίσω σε μια καρέκλα να ξεκουραστώ.

Γιάννης Κοντός, Τα οστά, εκδόσεις Κέδρος, 1982

~..~

39.  [Πάντα ο δολοφόνος…]

Πάντα ο δολοφόνος επιστρέφει στον τόπο
του ποιήματος. Ρωτάει τους περαστικούς,
κάνει τον ανήξερο, είναι πρόθυμος
να συνεργαστεί με τις αστυνομικές αρχές.
Δίνει τα χαρακτηριστικά του στη σήμανση.

Κρυμμένος στην ανωνυμία, περιμένει.
Μόλις δει αιχμηρό αντικείμενο, χτυπάει.
Αν δε βρει θύμα, ορμάει στον εαυτό του.

Γιάννης Κοντός, Τα οστά, εκδόσεις Κέδρος, 1982

~.~

Με μαθηματική ακρίβεια

Η σκλήρυνση έρχεται σιγά σιγά.
Στην αρχή ξεχνάς το περιβάλλον.
Παίρνεις ένα μαχαίρι και κόβεις
τον κόσμο από πάνω σου.
Φτάνεις μέχρι το κόκαλο.
Μετά περνάς παχύ στρώμα
μονωτικού στο λυρισμό σου.
Αντιδράς μόνο σε μερικά χρώματα-επιθυμίες.
Γίνεσαι πέτρα πεταμένη στο ποίημα.
Έτσι αδιάβροχος και ανοξείδωτος
παραδίνεσαι στην κατανάλωση.

Γιάννης Κοντός, Στη διάλεκτο της ερήμου, εκδόσεις Κέδρος, 1980

~..~

96.  [Εκδρομή στη μεταλλική πόλη]

Εκδρομή στη μεταλλική πόλη.
Στις νερατζιές δώσαμε τη μηχανή
σ’ έναν άγνωστο, για φωτογραφία.
Φορούσες ένα χαρούμενο μαύρο φόρεμα
–τα χέρια σου ήσυχα μασούλαγαν
ένα κουλούρι–
Όταν έγινε η εμφάνιση είδα:

Βομβαρδισμένη πόλη, καμένες νερατζιές.
Ο άγνωστος με ανοιγμένο κεφάλι στα πόδια μας.
Τρέχαμε στο άσπρο περιθώριο της φωτογραφίας
να κρυφτούμε έντρομοι και μόνοι.

Γιάννης Κοντός, Τα οστά, εκδόσεις Κέδρος, 1982

~.~

Η προτομή

Κυριακή πρωί, γυαλίζει όλη η χώρα.
Ο Κώστας Καρυωτάκης «αποκαταστημένος» πια
σε άγαλμα, μαύρος και γελώντας πυροβολεί.

Αν δεν είχανε κάνει όλες τις μέρες
καθαρές Κυριακές, ακόμη αν δεν συνέβαιναν
αυτά και τα άλλα που ετοιμάζουν
θα έτρεχα τώρα πάνω στη λίμνη
στα Γιάννινα κυνηγώντας τη μουσική σου
με το κεφάλι του Πασά στο χέρι.

Αχ, θα έτρεχα πλάι στο κορμάκι σου.

Γιάννης Κοντός (1943-2015), Τα απρόοπτα, εκδόσεις Κέδρος, 1975

~~..~~

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ