Ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης
Ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης (Αθήνα *1953) - φωτο: Παντελής Δεσποτίδης

ΑΝΤΩΝΗΣ ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ, ΠΟΙΗΣΗ

Με την ευκαιρία της σημερινής παρουσίασης του πρόσφατου τόμου των κριτικών κειμένων για όλο το ποιητικό έργο του Αντώνη Φωστιέρη (που επιμελήθηκε ο καθηγητής Θεοδόσης Πυλαρινός), ανθολογούμε μερικά ποιήματα του ποιητή.

~.~

Πρόσκληση παρουσίασης του τόμου με τα Κριτικά Κείμενα για την ποίηση του Αντώνη ΦωστιέρηΣήμερα, Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2018, ώρα 19:00, το Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο
σας προσκαλεί στην παρουσίαση του βιβλίου των εκδόσεων Αιγαίον:

Για τον Αντώνη Φωστιέρη – Κριτικά Κείμενα

Θα μιλήσουν οι:
Κυριάκος Μαργαρίτης, συγγραφέας
Αλέξιος Μάινας, ποιητής-μεταφραστής
και ο επιμελητής του τόμου Θεοδόσης Πυλαρινός
(Στο Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο: Θεμιστοκλέους 37 Αθήνα, τηλ. 210 3802644)

~~..~~

Αντώνης Φωστιέρης, Ποίηση 1970-2005, εξώφυλλο τόμουΔείγμα από το ποιητικό έργο του Αντώνη Φωστιέρη (Αθήνα *1953)

Η ΦΥΣΑΡΜΟΝΙΚΑ

Είσαι στο βάθος και σ’ ακούω που τραγουδάς
Είσαι το βάθος μέσα σου κρυμμένος μένω·
Η φυσαρμόνικα που φτάνει ώς εμάς
Κρατάει στο χέρι της δρεπάνι ακονισμένο.

Όλα τα πράγματα που δε θα δω γελούν σαρδόνια
Λάμπες φθορίου μού φωτίζουνε τον ύπνο·
Ο ύπνος κόλαση κι ιδρώτας τα σεντόνια
Σε τρώω με τρως με κηροπήγια στο δείπνο.

Α, πόσο οι μέρες με βαραίνουν τις βαραίνω
Με τυραννάνε τα ενθύμια κι ο θυμός·
Πόσο στυφό το σ’ αγαπώ σε στόμα ξένο
Πόσο σπασμένος των ποιημάτων μου ο ρυθμός.

~.~

ΕΣΥ

Αν σε πω γκόμενα θα σ’ αφανίσω
Αν σε πω αγάπη μου θ’ αφανιστώ
Ηλεκτρικό πουλί στα χείλη της αβύσσου
Δάσος πυκνό που το περνάω σφυρίζοντας.

~.~

ΕΡΩΤΑΣ

Ο έρωτας, ψιθύρισε, ο έρωτας
Μες στο σκοτάδι
Είν’ ένα σώμα δίχως κόκαλα
Μα πώς
Εσύ εκεί γυρνάς σφυρίζοντας
Ένας μικρός τρελός
Ένα παιδί βγαλμένο μόλις
Απ’ τον τάφο.

(Από τη συλλογή: Σκοτεινός έρωτας, 1977)

~~..~~

ΠΟΙΗΣΗ  ΜΕΣ  ΣΤΗΝ  ΠΟΙΗΣΗ  (11.) 

Αυτό το ποίημα γράφει αυτό το ποίημα
Κόβει απ’ το σώμα του και τρέφει τον εαυτό του.
Οι λέξεις του τινάζονται ψηλά και ξαναπέφτουνε
Ανοίγει δρόμο μες στο χιόνι της σελίδας –
Έκπληκτος βλέπω να μου αποκαλύπτεται.

(Από τη συλλογή: Ποίηση μες στην ποίηση, 1977)

~~..~~

DISCOTHÈQUE

Τη νύχτα ανοίγει ένα υπόγειο μουσικές
Και φώτα από την ίριδα του μαύρου.
Εκεί χορεύει λιώνει τα στυφά
σταφύλια της χαράς
Φυσάει να πυρώσουνε τα κάρβουνα στον κύκλο
Κι οι πυροβάτες της λατρείας του
Που μέθυσαν ξανά
Γυμνοί συντρίβουν τα γυαλιά της λογικής
Μ’ αίμα τυπώνουνε στην πίστα
Τα πατήματά τους.
Α, α,
Πηδάει μέσα τους πηδάει ανάμεσά τους
Ο μάγος με λυγμούς με αλαλαγμούς
–Χωρίς κανένα κόκαλο–
Χτυπώντας τον ρυθμό:
Ωραίος, τεράστιος,
Με πέτσινα στενά
Και μ’ αλυσίδες.

(Από τη συλλογή: Ο διάβολος τραγούδησε σωστά, 1981)

~~..~~

ΕΦ’ ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ

Δεν ξέρω από πού ν’ αρχίσω.
Τα φύλλα είναι πράσινα
Ο Έκτορας δασύνεται
Στη στεριά δε ζει το ψάρι
Οι Αχαιοί κατέβηκαν
το δύο χιλιάδες προ Χριστού
Ο Δούναβης διασχίζει την Ευρώπη
Ο Έντισον εφεύρε τον φωνόγραφο
Τα πράγματα διακρίνονται σε κινητά και ακίνητα
Η φάλαινα γεννάει φαλαινάκια
Ο Μαρξ υπήρξε γόνος αστικής οικογενείας
Η αγκινάρα τρώγεται
Ο βίος βραχύς η τέχνη μακρά
Δεν ξέρω πού να σταματήσω.

~.~

ΤΟ ΣΩΜΑ

Το σώμα εγκαταλείπει βιαστικό τα ξένα σώματα
Γυρνάει τυφλό σε μια φωλιά ζεστό σκοτάδι
Εκεί θα μηρυκάσει το χορτάρι του έρωτα
Σε φύλλα μέθης θα τυλίξει τα φιλιά –
Το σώμα είναι ζώο και βοσκάει ανάμνηση
Σβήνει το ξάναμμα στα υγρά της μοναξιάς του
Το σώμα θρέφεται με ακρίδες νοσταλγίας
Το σώμα ξεδιψάει με δάκρυα.

(Από τη συλλογή: Το θα και το να του θανάτου, 1987)

~~..~~

Η ΑΡΑΧΝΗ

Καθόμουν ώρες μες στην πλήξη μου και χάζευα
Όπως το κάνουν όλοι αυτοί που κουραστήκανε
Από τα τόσα που ελπίζουν ότι ζήσανε
Στο χλιαρό κενό τού να μη σκέφτομαι καθόμουνα
Παρατηρώντας μιαν αράχνη που αιωρείτο.
Εκείνη κάτι θα σκεφτότανε φαντάζομαι
Γιατί όλο ανέβαινε το σιχαμένο  ιστό της
Έμενε ακίνητη συσπώντας τις κεραίες κι έπειτα
Ακάθεκτη ορμούσε στο κενό.
Μύγα ή ζωύφιο δεν πέρασε, όσο είδα.
Όμως η θήρα προχωρούσε δίχως θήραμα
Με τη σοφία εκείνου που γνωρίζει πως το ανύπαρκτο
Θέλει  δραστήρια τέχνη να το αδράξεις.
Σοφία ωραία λιλιπούτειου τέρατος
Που σε κλωστούλα σάλιου παραμόνευε
Να παγιδέψει το άπιαστο
Και με χαψιές μεγάλες τέλος καταβρόχθισε
Τις ώρες μου, την πλήξη, το κενό.

(Από τη συλλογή: Η σκέψη ανήκει στο πένθος, 1996)

~~..~~

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ

Μαθαίνω κάνει πάντα παγωνιά.
Κι εσύ δεν πήρες φεύγοντας
Ούτε κουβέρτα.

Να σκεπάζεσαι καλά
Με το χώμα σου.

(Από τη συλλογή: Πολύτιμη λήθη, 2003)

~~..~~

Αντώνης Φωστιέρης 
Ποίηση 1970-2005 
εκδ. Καστανιώτη, 2008
σελ. 336
ISBN 978-960-03-4781-4

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ