ΜΙΑ ΤΡΥΦΕΡΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΟΦΘΑΛΜΑΠΑΤΗ
ΤΟ ΓΙΑΠΙ
Στο έσω γύρισμα του δρόμου
–καλά κρυμμένο μες στα δέντρα και τα μπάζα–
φωσφόριζε από μακριά μες στο σκοτάδι
το σπίτι του ολιγογράφου ποιητή·
ένα φανταχτερό γιαπί
γεμάτο σκαλωσιές γαλάζιες,
πρόκες χρωματιστές, σφυριά απ’ το μέλλον,
στίχους ημιτελείς…
Κι έξω από τα περβάζια
–μέσα στη νύχτα και τη σιγή–
ποιήματα άβγαλτα ακόμα
ουρλιάζαν σαν αδέσποτα σκυλιά στην αυλή.
~.~
ΠΟΔΗΛΑΤΟΔΡΟΜΟΣ
Ποτέ τους δεν υπήρξαν τα παιδικά τα χρόνια
μια αλήθεια κόκκινη ήτανε που έσβησε με μπλάνκο.
Όπως και η μητέρα μου
ποτέ της δεν υπήρξε·
κάνει κοπάνα στους αιώνες
κι απ’ τον εξώστη τ’ ουρανού καπνίζει το καρέλι της
μέσα σε σύννεφα, καπνούς, μέσα σε μουσικές και γέλια.
Όπως το πρώτο μου ποδήλατο·
μια τρυφερή του χρόνου οφθαλμαπάτη.
Όχι, ποτέ τους δεν υπήρξανε τα παιδικά μου χρόνια.
Όμως κι εγώ ίσως στα ψέματα υπήρξα
κι είμαστε εν μέρει πάτσι.
~~..~~