Όσκαρ Ουάιλντ, De profundis - εξώφυλλο εκδόσεις Σμίλη

ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ: DE PROFUNDIS

Η νέα έκδοση του De profundis μοιάζει παλιά, είναι ήδη πέντε χρόνων. Το βιβλίο είναι ακόμα παλιότερο: εκατόν δέκα και βάλε. Έχει όμως ένα μέγα ατού. Το έγραψε ο Όσκαρ Ουάιλντ (1854-1900). Δηλαδή βιβλίο με τέτοιο τίτλο ποτέ δεν έγραψε, αλλά έγραψε ένα γράμμα στη φυλακή, μια εκ βαθέων εξομολόγηση που δημοσιεύτηκε αργότερα με τον τίτλο De profundis, φράση που προέρχεται από τον Ψαλμό 130.1: «Εκ βαθέων εκέκραξά Σοι, Κύριε». Αν τα κλασικά έργα πρέπει να επανακυκλοφορούν σε νέες μεταφράσεις, για να είναι προσαρμοσμένες τουλάχιστον στο γλωσσικό αίσθημα του καιρού τους, και αν αυτή η μεταφραστική αναπροσαρμογή γίνεται κάθε τριάντα με σαράντα χρόνια, τότε η μετάφραση του Ανδρέα Παππά είναι πάρα πολύ νέα. Και επιπλέον μεταφέρει μια φρεσκάδα, που έρχεται από τον αιώνα, και μια γλωσσική επάρκεια που γοητεύει το αυτί.

Όσκαρ Ουάιλντ και ο νεαρός εραστής του ΜπόζιΗ επιστολή που ο Ουάιλντ απηύθυνε στον νεαρό εραστή του Μπόζι (Λόρδο Άλφρεντ Ντάγκλας), γραμμένη στη φυλακή του Ρέντινγκ, στο χρονικό διάστημα 1896-97, παραδόθηκε στον φίλο του τον Ρόμπι (Ρόμπερτ Ρος) με την παράκληση να αντιγραφεί. Σ’ αυτή την επιστολή εξηγούσε τη συμπεριφορά του διότι δεν ήταν διατεθειμένος, καθώς έλεγε, να μείνει «επ’ άπειρον στη γκροτέσκα πινακοθήκη» όπου τον είχαν τοποθετήσει. Το ένα αντίγραφο παραδόθηκε στον Ντάγκλας, ο οποίος το κατέστρεψε νομίζοντας πως είναι το μοναδικό. Ο Ρος, όμως, είχε ήδη καταθέσει στο Βρετανικό Μουσείο το άλλο από το 1909. Γι’ αυτό έφτασαν στα δικαστήρια το 1913. Το αντίγραφο, ωστόσο, ήταν ήδη γνωστό και κυκλοφορούσε σε διάφορες μεταφράσεις στο εξωτερικό. Το 1945 πέθανε ο Μπόζι και έτσι δεν υπήρχε πλέον κανένα εμπόδιο για τη δημοσίευσή του και στην Αγγλία.

Η επιστολή φέρει τον λατινικό τίτλο Epistola: in carcere et vinculis. Επιστολή μέσα στη φυλακή και στα δεσμά.

Σ’ αυτή την (στην παρούσα έκδοση) διακοσίων είκοσι σελίδων «Επιστολή», ο Όσκαρ Ουάιλντ εκθέτει τα γεγονότα της σχέσης του με τον νεαρό λόρδο, από τα βάθη της καρδιάς του. Πώς γνωρίστηκαν, πώς επικοινωνούσαν, πώς ζούσαν, πόσο αναιδής, αυθάδης, απαιτητικός, αλαζονικός, σπάταλος, αναίσθητος, ανεγκέφαλος, ανόητος, ψυχρός, αδιάβαστος, τεμπέλης, χυδαίος ήταν ο νεαρός βλαστός της αγγλικής αριστοκρατίας που γαυριούσε για την αριστοκρατική του καταγωγή και αδιαφορούσε για ό,τι συνέβαινε πέρα από την αριστοκρατική του μύτη. Πώς πήρε κυριολεκτικά στο λαιμό του έναν εξαιρετικό άνθρωπο. Πώς τον εξέθεσε, τον παρέσυρε σε μια δίκη που τον κατέστρεψε, πώς απέκρυψε στοιχεία που θα διευκόλυναν τη θέση του κατηγορουμένου και, αφού το δικαστήριο έστειλε τον κατηγορούμενο  στη φυλακή του Ρέντινγκ, εκείνος αδιαφόρησε παντελώς. Πώς προσπάθησε, στη συνέχεια, με δημοσιεύματα να διαστρεβλώσει την αλήθεια, εκθέτοντας τον εξουθενωμένο και κατεστραμμένο άνθρωπο, για να φανεί πόσο γνήσιος του μέθυσου και σχιζοφρενούς πατέρα του ήταν γιος.

Αντιγράφω μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα: «Αγαπητέ Μπόζι, Έπειτα από μακρά και άκαρπη αναμονή αποφάσισα να σου γράψω πρώτος, τόσο για το δικό σου το καλό όσο και για το δικό μου, καθώς δεν θα ήθελα ούτε να το σκέφτομαι ότι πέρασα δύο ατελείωτα χρόνια στη φυλακή χωρίς να λάβω ποτέ έστω και μια λέξη από σένα· ούτε νέα σου ούτε μήνυμά σου, με εξαίρεση όσα με πλήγωσαν».

Είναι προφανέστατο πόσο ταπεινωμένος και προδομένος αισθάνεται από την αδιαφορία και αναισθησία του «αγαπητού Μπόζι», αλλά και πόσο παράλληλα με το καλό του Μπόζι σκέφτεται και το δικό του. Άρα, θα προσπαθήσει να βάλει τα πράγματα στη θέση τους και να μην τον αφήσει να κομπάζει.

Οι επιθετικοί προσδιορισμοί της «φιλίας» τους –«κακότυχη» και  «αξιοθρήνητη»– δείχνουν το κατακάθι αυτής της «φιλίας». Είναι προφανές ότι ο Μπόζι έχει το πεδίο ελεύθερο να προσπαθήσει να ξεπλύνει το στίγμα της ομοφυλοφιλίας, δημοσιεύοντας πράγματα που ενοχλούν ή ενοχοποιούν ακόμα περισσότερο τον Ουάιλντ. Η φράση «διάβασε το γράμμα μου ξανά και ξανά, ώσπου να δεχτεί θανάσιμο πλήγμα η ματαιοδοξία σου» είναι ένας εύσχημος τρόπος απόδοσης της διάθεσης να στραπατσάρει τη δημόσια εικόνα του αχάριστου και αναιδούς οιηματία νεαρού, που είχε ήδη πολύ «μεγαλώσει» πριν γνωρίσει τον Ουάιλντ. Που δεν είχε κανένα κίνητρο, παρά μόνο ορέξεις: «Είχες περάσει στο ρεαλισμό (…) τα ρείθρα των πεζοδρομίων και ό,τι κυλάει εκεί είχαν αρχίσει να σε γοητεύουν… εγώ πάλι… σε βοήθησα». «Ήσουν τεμπέλης στο σχολείο, κάτι περισσότερο από τεμπέλης στο πανεπιστήμιο», «όσο ήμασταν μαζί δεν έγραψα ούτε μία γραμμή», «όσο βρισκόσουν δίπλα μου, ήσουν για την τέχνη μου η απόλυτη καταστροφή».

Ο Μπόζι νοιαζόταν μόνο για άρτον και θεάματα. Δεν είχε τη δυνατότητα να αντιληφθεί το μέγεθος της προσωπικότητας του Ουάιλντ, δεν ήταν σε θέση να καταλάβει τίποτα από τέχνη ή χρόνο δημιουργικό. Προσερχόταν απρόσκλητος και τον εμπόδιζε να εργαστεί, δεν είχε ιδέα τι είδους πνεύμα ήταν ο άνθρωπος που σαν  τσιμπούρι τού απομυζούσε και χρόνο και χρήμα και ψυχή. Πόσο ασύστολα, απαιτητικά, πεισματικά και βαρβαρικά συμπεριφερόταν για να ικανοποιήσει τις περιστασιακές του παρορμήσεις. «Η ματαιοδοξία του και η κακή σχέση με τα χρήματα και τη διαχείρισή τους» είναι τα δύο μεγάλα ελαττώματά του, είχε πει η μητέρα τού Μπόζι στον Ουάιλντ. Το πρώτο τον οδήγησε στη φυλακή και το δεύτερο στη χρεοκοπία, «έπρεπε να είχα απαλλαγεί από σένα, όπως τινάζει κανείς ένα έντομο που τον τσίμπησε», λέει, και αυτή η παρομοίωση δείχνει το βαθμό απέχθειας που του έχει προξενήσει  η συμπεριφορά του αναιδούς νεαρού. «Είχα ανάγκη να ξεκουραστώ από την τρομερή υπερένταση της συντροφιάς σου», γράφει. «Σε τι απαράδεκτο, φρικτό και απόλυτα αδιέξοδο σημείο (…) έχει οδηγηθεί η ζωή μου». «Εμείς που ζούμε στη φυλακή όμως, εμείς που στη ζωή μας δεν υπάρχουν γεγονότα αλλά μόνο βάσανα, είμαστε αναγκασμένοι να μετράμε τον χρόνο με σταλαγματιές πόνου και με την ανάμνηση πικρών στιγμών».

Πώς θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει μια τέτοια συμπεριφορά; Ο Ουάιλντ έχει βρει την αιτία. Είναι το μίσος του νεαρού για τον πατέρα του που επισκίαζε κάθε άλλο συναίσθημα. Το μίσος τυφλώνει τους ανθρώπους. Το μεγαλύτερο ελάττωμα είναι η ρηχότητα και αυτό διακρίνει τον νεαρό. Τώρα με αυτή την επιστολή στα χέρια του ο Μπόζι πρέπει να αναλογιστεί ποιος είναι, τι έκανε και τι πρέπει να κάνει, γιατί «Κάθε τι που συνειδητοποιούμε είναι προς όφελός μας. Τα αμαρτήματα της ψυχής είναι επαίσχυντα», μα «τα μεγάλα αμαρτήματα διαπράττονται στον εγκέφαλο», έγραψε στον Ντόριαν Γκρέι. «Είχες τραβήξει τη χορδή ενός τόξου στην τύχη και το βέλος είχε πετύχει έναν βασιλιά σ’ έναν από τους αρμούς της πανοπλίας». Ο Ουάιλντ είναι ο βασιλιάς, τοξότης ο Μπόζι, αρμός η κακή στιγμή της γνωριμίας τους.

Αυτές είναι μερικές από τις σκέψεις που αναφέρει στην Επιστολή του ο Ουάιλντ. Σκέψεις που δείχνουν ένα αστραφτερό πνεύμα, που με όρους αρχαίας τραγωδίας πλήρωσε ακριβά την ύβριν της ομοφυλοφιλίας στη χώρα του. Ο λόρδος κατάφερε να βγει σχεδόν αλώβητος από την περιπέτεια. Άφησε θολή την ατμόσφαιρα γύρω από το ίνδαλμά του, όμως ο χρόνος, σαν δίκαιος κριτής, αντέστρεψε τη δικαστική απόφαση. Ο Ουάιλντ πλήρωσε με το σαρκίο του, βέβαια, αλλά δικαιώθηκε το πνεύμα του. Ο άλλος κρυβόταν από το φόβο μιας επιστολής που είχε κάνει το γύρω της Ευρώπης και τον είχε απογυμνώσει από κάθε ανθρωπιά. Σκέφτομαι ότι θα μπορούσε αυτός να είναι ο Ντόριαν Γκρέι. Η πλειοψηφία των αναγνωστών σήμερα δεν στέκεται στην προσωπική περιπέτεια, αλλά στην προσωπική του δημιουργία. Ο ίδιος επικαλείται τον Ευριπίδη, που λέει σε μια από τις Ιφιγένειές του: «Η θάλασσα ξεπλένει τις κηλίδες και τις πληγές του κόσμου», και οι δικές του έχουν ξεπλυθεί. Μέσα στη φυλακή διάβαζε Ευαγγέλια στην ελληνική γλώσσα. Η αναφορά του στον Ευριπίδη και το σχόλιό του για τη γλώσσα των Ευαγγελίων –«Όταν επιστρέφει κανείς στο ελληνικό κείμενο, είναι σαν να βγαίνει από ένα στενάχωρο και σκοτεινό σπίτι και μπαίνει σ’ έναν κήπο με κρίνους»– αποδεικνύουν το εύρος της παιδείας του και την καταφυγή του στα κείμενα για ψυχική δύναμη.

Όσκαρ Ουάιλντ - Oscar Wilde

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Προς το τέλος της Επιστολής του κάνει μια πικρή παρατήρηση: «Ό,τι στον κόσμο και σε μένα φαινόταν να είναι το μέλλον μου, το έχασα ανεπιστρεπτί…  Αυτό που απλώνεται μπροστά μου είναι το παρελθόν… Είμαι υποχρεωμένος να το κοιτάξω… να δεχτώ το παρελθόν μου ως αναπόσπαστο στοιχείο της ζωής μου και του χαρακτήρα μου… σε τρομερό σχολείο κάνω τη μαθητεία μου…». Και τελειώνει: «Με πλησίασες για να μάθεις την απόλαυση της ζωής και την απόλαυση της τέχνης. Ίσως να είμαι προορισμένος να σου μάθω κάτι πολύ πιο θαυμαστό: το νόημα και την ομορφιά της οδύνης». Ο χρόνος που κύλησε απέδειξε πως το παρελθόν του Όσκαρ Ουάιλντ είχε ήδη ρίξει ρίζες και κέρδιζε από τότε το μέλλον.

Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί, οι ιδέες, η ευελιξία της σκέψης, η ανάπτυξη του λόγου, η μετάφραση κερδίζουν τον αναγνώστη από την πρώτη λέξη.

Όσκαρ Ουάιλντ
De profundis
Μετάφραση: Ανδρέας Παππάς
εκδ. Σμίλη, 2012
σελ. 220
ISBN 978-960-6880-25-4

Η Ανθούλα Δανιήλ είναι διδάκτωρ φιλολογίας και κριτικός λογοτεχνίας.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ