Ο ποιητής Γκέοργκ Τρακλ
(Δεξιά) Ο αυστριακός ποιητής Georg Trakl (1887-1914)

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΓΚΕΟΡΓΚ ΤΡΑΚΛ

Για την ποίηση του Georg Trakl  
Παρουσίαση του τόμου: Ποιήματα, εκδ. Περισπωμένη

(γράφει ο Σωτήρης Γουνελάς)

~.~

Ο ποιητής Γκέοργκ Τρακλ - Georg TraklΤο πρώτο πράγμα που θα ήθελα να σχολιάσω είναι δύο κύρια γνωρίσματα της ποίησής του: Από τη μία ο κατακλυσμός εικόνων και από την άλλη η ταυτόχρονη στερεότητα του στίχου. Σε αυτό το δεύτερο συμβάλλει η στίξη. Αλλά ας αρχίσουμε κάπως πιο γενικά.

Έχουμε μια ιδιάζουσα περίπτωση εδώ, όχι μονάχα γιατί ο Τρακλ φαίνεται να έκανε χρήση ουσιών, αλλά και γιατί αυτός ο ποιητής πέθανε πολύ νέος (μόλις 27 ετών). Ωστόσο, πρέπει να διευκρινίσω αμέσως ότι η ποίηση του Τρακλ δεν θα διαβαστεί/κριθεί με βάση τη μοναξιά του ή μάλλον τη μοναχικότητά του, ούτε την οικονομική του στενοχώρια, ούτε τα ναρκωτικά, ούτε την ανεξακρίβωτη σχέση με την αδελφή του. Εάν τη διαβάσουμε έτσι, πέφτουμε στην παγίδα του «ψυχολογισμού» και χρειάζεται να ακούσουμε τον Σεφέρη να λέει σχετικά τα ακόλουθα:

«(…) Η μέθοδος αυτή μπορεί βέβαια να μας δώσει αξιοπρόσεχτα στοιχεία που μπορεί να φωτίσουν βιογραφικά μια φυσιογνωμία. Αλλά πρέπει να θυμόμαστε πως δεν μπορεί μήτε να αξιολογήσει μήτε να εξηγήσει τη γένεση ενός ποιήματος. Λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο είτε πρόκειται για τα έργα ενός μεγάλου καλλιτέχνη είτε για τα έργα ενός ηλιθίου, και το θέμα είναι γιατί, ανάμεσα σε δέκα χιλιάδες ανθρώπους που έχουν το οιδιπόδειο ή το σύμπλεγμα του εκτομία, ένας ή δύο μονάχα έκαναν ένα αξιόλογο έργο» (Γ. Σεφέρης, «Ακόμα λίγα για τον Αλεξανδρινό», Δοκιμές, Α΄ τόμος, εκδόσεις Ίκαρος, 1974).

Επιτρέψτε μου ακόμη να συστήσω για το ίδιο ζήτημα το καταπληκτικό κείμενο του Γιουνγκ για τον Φρόυντ, όπου ασκεί δριμεία κριτική στον τρόπο που ο πατέρας της ψυχανάλυσης σχετίζει στην ερμηνεία του τον καλλιτέχνη με τον νευροπαθή.

Τα παραπάνω συντείνουν στην εδραίωση της άποψης ότι δεν είναι ορθό να εξηγούμε την ποίηση με γνώμονα ή εργαλείο κάτι ξένο προς αυτήν, είτε επιστήμη είναι αυτό είτε οποιαδήποτε θεωρία. Το βάρος οφείλει να πέφτει στην ποιητική εμπειρία.

Τρακλ - η πρώτη έκδοση ποιημάτων του το 1913
Η 1η έκδοση ποιημάτων του Τρακλ το 1913 (στις εκδ. Kurt Wolff)

Εάν τώρα εμβαθύνουμε στην περίπτωση του Τρακλ, βλέπουμε να απλώνεται μπροστά μας ένα ποιητικό στερέωμα που θα αποτολμήσω να το χαρακτηρίσω «ακίνητο». Το στερέωμα αυτό είναι ποιητικό αλλά και εικονικό, και δείγματά του έχουμε σχεδόν σε όλα τα ποιήματα. Από τι αποτελείται αυτό το στερέωμα; Αποτελείται από τον περίγυρό του: δάσος, λιμνούλα, κουφοξυλιά (Hollunder – η λέξη επαναλαμβάνεται πολλάκις, όπως πολλοί άλλοι θάμνοι και δέντρα), η αδελφή, ο πατέρας, ο ουρανός, το σκοτάδι, η νύχτα, ο «ξένος», ο «αγέννητος» ο «μοναχικός» (και τα τρία αφορούν κυρίως τον ίδιο τον ποιητή), η πόλη ή η μεγαλούπολη (που ουσιαστικά παρουσιάζεται πάντα αρνητικά, συνήθως δε ως κάτι που βρίσκεται σε παρακμή, σε επερχόμενη διάλυση), σκοτεινά δωμάτια, βοσκοί, άγγελος ή άγγελοι, καμπάνα, λόφος. Δύο επίθετα που επαναλαμβάνονται συνέχεια: «πετρωμένος» / «πετρωμένο» και «πορφυρό» / «πορφυρή». Ο κότσυφας συνάπτεται πάντα με θρήνο, ομοίως και ο θρήνος συνδυάζεται συχνά με πουλιά.

Τι είναι άραγε αυτό το «πετρωμένος» που επαναλαμβάνεται; Τι είναι αυτοί οι θρήνοι; Υπάρχουν τρία (συνεχόμενα στον τόμο) ποιήματα (σελ. 168-177, από εκείνα των ετών 1912-1914) απολύτως εξομολογητικά, που μπορούν να μας δώσουν απαντήσεις. Το ένα λέγεται «Ώρα της θλίψης» (“Stunde des Grams“), το άλλο «Νυχτερικός θρήνος» (“Nächtliche Klage”) και το τρίτο «Στην Ιωάννα» (“An Johanna”, με τον στίχο: «Ποιοι είμαστε; Γαλάζιος θρήνος / Μιας χορταριασμένης πηγής στο δάσος» και την κατάληξη: «Τους τρόμους ονειρευόμαστε / Του νυχτωμένου αίματός μας / Ίσκιοι στην πέτρινη πόλη»).

Η κορύφωση του πρώτου ποιήματος βρίσκεται στους τρεις τελευταίους στίχους:

ΩΡΑ ΤΗΣ ΘΛΙΨΗΣ 

Μαύρο μέσα στον φθινοπωρινό κήπο το βήμα
Ακολουθεί το αστραφτερό φεγγάρι,
Η κραταιή νύχτα βουλιάζει στον παγωμένο τοίχο.
Ω, η αγκαθωτή ώρα της θλίψης.

Στο δωμάτιο που σκοτεινιάζει τρέμει ασημένιο το κηροπήγιο
Του Μοναχικού, πεθαίνοντας, όσο συλλογιέται ένα κάτι σκοτεινό
Και γέρνει την πέτρινη κεφαλή του πάνω απ’ το εφήμερο,

Μεθυσμένος από κρασί και αρμονία νυχτερινή.
Ολοένα το αυτί ακολουθεί
Τον απαλό θρήνο του κότσυφα μέσα στα θάμνα της φουντουκιάς.

Σκοτεινή ώρα με το κομποσκοίνι. Ποιος είσαι,
Φλάουτο μοναχικό εσύ,
Μέτωπο, κρυώνοντας γερμένο πάνω από καιρούς σκοτεινούς.

(“Stunde des Grams”, σελ. 170-171)

Ο ποιητής Γκέοργκ ΤρακλΗ εξομολογητική διάθεση δεν λείπει από κανέναν ποιητή. Εδώ τονίζεται όταν μιλά για το «ασημένιο κηροπήγιο του μοναχικού που τρέμει στο δωμάτιο», τυλίγοντας τα λόγια του με σκοτεινιά και θάνατο –ο Τρακλ λέει «πεθαίνοντας»– και χαρακτηρίζοντας την κεφαλή «πέτρινη». Αυτό το «πέτρινη» εδώ σμίγει με όλα τα «πετρωμένος» –αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο– που παρουσιάζονται κάθε τόσο και δηλώνουν μια κατάσταση που φαίνεται να συνοδεύει τον ποιητή σ’ ολάκερη τη ζωή του: την κατάσταση του πόνου.

Θυμίζω ότι στα ελληνικά υπάρχει η έκφραση για τον πόνο που έγινε πέτρα. Δεν έχει μονάχα τη σημασία της σκληρότητας αλλά και της μονιμότητας. Το ίδιο και στον Τρακλ. Στους ακροτελεύτιους στίχους που ανέφερα, ο ποιητής αναρωτιέται ποιος είναι, και απευθυνόμενος στον εαυτό του τον αποκαλεί «φλάουτο μοναχικό» που το μέτωπό του κρυώνει γέρνοντας «πάνω από καιρούς σκοτεινούς»: οι καιροί που έζησε, πάνω στους οποίους διάβασε μια παραμόρφωση ανθρώπων και πραγμάτων, και ακόμη μια επερχόμενη κατακρήμνιση της αληθινής ζωής, τον αφανισμό της αγνότητας, μια στέρηση ομορφιάς και αγάπης.

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΘΡΗΝΟΣ
(Α΄ σχεδίασμα)

Ανέτειλε η νύχτα πάνω απ’ το καταβασανισμένο μέτωπο
Μ’ άστρα ωραία στον λόφο
Καθώς έστεκες πετρωμένος απ’ τον πόνο,

Κι ένα αγρίμι σπάραζε στον κήπο την καρδιά σου.
Ένας πυρωμένος άγγελος
Κείτεσαι με σπασμένο στήθος σε πέτρινο χωράφι,

Ή ένα πουλί της νύχτας
Στο δάσος δίχως τέλος θρηνεί
Ολοένα πάλι και πάλι μες στ’ αγκαθωτά κλαδιά της νύχτας.

(“Nächtliche Klage”, σελ. 172-173)

Η υπογραφή του Γκέοργκ Τρακλ

 

Ο μεταφραστής (και συντάκτης του επίμετρου) Θανάσης Λάμπρου σημειώνει σπουδαίες παρατηρήσεις για τις σημασίες που εγγράφονται στα ποιήματα του Τρακλ. Υπογραμμίζει την προφητική του ματιά και την αίσθηση για τον κόσμο που έρχεται.

Ο Τρακλ από τα γυμνασιακά του χρόνια αρχίζει να βιώνει δύσκολες ψυχικές καταστάσεις.  Ήδη το 1906 –δηλαδή στα 19 του χρόνια– δημοσιεύει το πεζό ποίημα «Εγκατάλειψη», περιγράφοντας από τότε το ακίνητο στερέωμα της ποίησής του, όπου επαλαμβάνει κάθε τόσο την παρουσία «της σιωπής της εγκατάλειψης», όπως λέει, που όλα τα διαπερνά και όλα τα ακινητοποιεί.

Σημειώστε ότι ο Τρακλ έζησε από το 1887 έως το 1914 και είναι εξοικειωμένος με τις στρατιωτικές πραγματικότητες, αφού είχε αποφασίσει να γίνει στρατιωτικός φαρμακοποιός και η ψυχική του κατάρρευση γίνεται στο μέτωπο της Γαλικίας (σημερινή Ουκρανία), όταν βρέθηκε μόνος να περιθάλπει 90 βαριά τραυματισμένους.

Βρισκόμαστε στο ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου που χώρισε την Ευρώπη στα δύο: από την μία η Συμμαχία Αυστροουγγαρίας, Γερμανίας, Οθωμανικής αυτοκρατορίας και Βουλγαρίας, από την άλλη η λεγόμενη Αντάντ («συνεννόηση» δηλαδή) –την έλεγαν και «καρδιακή συνεννόηση»– μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας και, από κάποια στιγμή και ύστερα, Ιταλίας, ΗΠΑ και Ρωσίας. Ο πόλεμος αυτός προκάλεσε την κατάρρευση 4 αυτοκρατοριών. Καταλαβαίνουμε τις συνέπειες των καταρρεύσεων αυτών, μαζί με τα εκατομμύρια των μαχητών που έπεσαν σ’ αυτό τον πόλεμο, τον οποίο σε λίγα χρόνια τον ακολούθησε ο Δεύτερος, με άλλες φοβερές εκατόμβες νεκρών και τραυματισμένων. Έχει άδικο λοιπόν ο Τρακλ να τα βλέπει όλα μαύρα, για να χρησιμοποιήσω μια απλή διατύπωση; Όταν μάλιστα μέσα από αυτά τα «μαύρα», τα σκοτάδια του νου αλλά και του κόσμου, ολοένα βρίσκει ένα φως, μια αχτίνα, μια φεγγοβολή, μια γαλήνη, ένα αστραφτερό φεγγάρι, ακόμη και αυτό που ονομάζει «το γαλάζιο της άνοιξης», όπως γράφει στο ποίημα «Άνοιξη της ψυχής»;

ΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Κραυγή στον ύπνο· μέσα από μαύρα δρομάκια ο αέρας
Χυμά, το γαλάζιο της άνοιξης γνέφει μέσα από κλαδιά που σπάνε,
Πορφυρή δροσιά της νύχτας κι ένα γύρο σβήνονται τ’ αστέρια.
Πρασινωπά σκοτεινιάζει ο ποταμός, ασημένια τα παλιά πάρκα
Και οι πύργοι της πόλης. Ω μειλίχια μέθη στη βάρκα που γλιστρά
Και το σκοτεινό κάλεσμα του κότσυφα σε κήπους παιδικούς.
Οι τριανταφυλλένιοι ανθοίφωτίζονται κιόλας.
(…)

(“Frühling der Seele”, σελ. 146-149)

Χειρόγραφο του ποιήματος Grodek
Χειρόγραφο του τελευταίου ποιήματος του Τρακλ «Grodek» (1914)

Ο Τρακλ πεθαίνει το 1914, έχοντας ήδη υπηρετήσει τη θητεία του, αλλά και έχοντας υποστεί τις συνέπειες, καθώς κλήθηκε να περιθάλψει τους δεκάδες βαριά τραυματισμένους. Το τελευταίο ποίημα που στέλνει για δημοσίευση απηχεί την αίσθηση και το αίσθημα του ποιητή γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Λέγεται «Grodek». Εδώ έγινε η μάχη που συνέβαλε στην ψυχική του κατάρρευση. Περιθάλποντας τους τραυματίες έβλεπε ανθρώπους να αυτοκτονούν μπροστά του και πιο έξω λιποτάκτες ή αιχμάλωτους να τους κρεμάνε στα δέντρα.

Ο Τρακλ, στις τρομερές συρράξεις που ακολούθησαν και στα εκατομμύρια των σκοτωμένων, δεν είδε απλώς μια πολεμική σύρραξη, ούτε απλώς αλληλοδιεκδικήσεις αυτοκρατοριών, εθνών και λαών. Δεν διαβάζει τον κόσμο ιστορικά και δημοσιογραφικά και πολιτικά και στρατιωτικά ή ακόμη και κοινωνικά. Διαβάζει υπαρξιακά και ψυχικά, αγγίζει τη ρίζα της ζωής στη σχέση της με τον άνθρωπο, όχι μονάχα της εποχής του, αλλά σε σχέση με τη γενιά του και τις γενιές που έρχονται, σε σχέση με το νόημα και την παρουσία του ανθρώπου πάνω στη γη.

Σημειώσεις στίχων και σκίτσα του Γκέοργκ ΤρακλΚαι η ευαισθησία του τον καλεί να ζήσει ως ξένος μέσα σε έναν κόσμο που γι’ αυτόν απέχει παρασάγγας από το να είναι ο αληθινός, να υπάρχει σύμφωνα με έναν βαθύτερο προορισμό, να πορεύεται αναζητώντας την αλήθεια, την ομορφιά, τη δικαιοσύνη, την αγάπη. Ζει λοιπόν ως «ξένος» και ως «μοναχικός». Ο Ρίλκε ονόμαζε τον εαυτό του «ερημίτη». Υπάρχει μια αναχώρηση, η αναχώρηση των ασκητών που αποχωρούν από τον κόσμο και εγκαθίστανται στην έρημο προσφέροντας τη ζωή τους στον Θεό για να βρουν την αληθινή διάστασή της. Και υπάρχει μια άλλη ξενιτεία και αναχώρηση που είναι ενδοκόσμιες και που χαρακτηρίζουν ποιητές όπως τον Τρακλ, τον Ρίλκε, παλαιότερα τον Χαίλντερλιν, αλλά και πολλούς από τους λεγόμενους μυστικούς, όπως ο Άγγελος Σιλέσιος. Μια ξενιτεία και μια αναχώρηση που γίνεται αγγελία, αποκάλυψη και συνείδηση της βαθιάς πτώσης που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο γένος στην πορεία του ανά τους αιώνες. Από τότε που ο άνθρωπος αυτοπαρουσιάζεται ως κυρίαρχος και επιζητεί την δύναμη και την δόξα πάνω στη γη, παραδινόμενος σε μια ακόρεστη εξωστρέφεια, που δεν τον αφήνει να δει, να γνωρίσει, να νιώσει το είδος της καταβαράθρωσης, αυτό που ένας άλλος γερμανός, ο Νίτσε, την ονόμασε «αποβαρβάρωση» ή «αποθηρίωση».

Ο Τρακλ εντέλει περιγράφει κάτι σαν τη δεύτερη «πτώση» του ανθρώπου. Αυτός ο κόσμος που τον περιβάλλει, αλλά και ο κόσμος που ήρθε μετά –δύο παγκόσμιοι πόλεμοι– του υποβάλλουν αυτή την αίσθηση κι αυτές τις ψυχικές καταστάσεις. Και δεν βγάζει τον εαυτό του έξω από αυτή την πτώση.

Γκέοργκ Τρακλ - το σπίτι όπου γεννήθηκε το 1887
Το σπίτι στο Ζάλτσμπουργκ όπου στις 3.2.1887 γεννήθηκε ο Τρακλ

Την ίδια στιγμή η ποίησή του, το βλέμμα του και οι ανάγκες του τον διαφοροποιούν από τον υπόλοιπο κόσμο. Νιώθει να μην έχει γεννηθεί, να ζει πριν την κατάσταση του πραγματικού, κοινωνικού ανθρώπινου τύπου που –λίγο πολύ– αποτελούν όλοι οι άλλοι.

Γι’ αυτό λέει κάπου ότι θα μείνει πάντα ένας Kaspar Hauser. Εδώ χρειάζονται εξηγήσεις που τις δανείζομαι από όσα αναφέρει ο μεταφραστής.

Ένας 16χρόνος νεαρός βρέθηκε ουρανοκατέβατος (όπως λέμε) σε πλατεία της Νυρεμβέργης στις 26 Μαίου 1828. Δεν γνώριζε γραφή και ανάγνωση και μιλούσε πολύ λίγο. Αυτό το πλάσμα θα δεχτεί δολοφονική επίθεση τον Δεκέμβριο του 1833 στην πολίχνη Άνσμπαχ της Βαυαρίας και σε τρεις μέρες θα υποκύψει. Τα επόμενα χρόνια δημιουργήθηκε ένας θρύλος γύρω από αυτόν τον άγνωστο νεαρό, λόγω του τρόπου που ήρθε στον κόσμο και που έφυγε από τον κόσμο. Κάπως σαν να ήταν το παιδί της φύσης, ο αγνός και ανόθευτος νέος που δολοφονείται από τον «εκπολιτισμένο άνθρωπο», τον διεφθαρμένο, τον εξαχρειωμένο – και ταυτόχρονα σαν να δολοφονείται η ίδια η φύση. Ο στίχος που λέει «θέλω να γίνω ιππότης» είναι η μοναδική αυθεντική φράση του ίδιου του Κάσπαρ Χάουζερ («τέτοιος που ήταν και ο πατέρας μου»). Με αυτόν λοιπόν ταυτίζεται ο Τρακλ διαφορίζοντας τον εαυτό του από ένα κόσμο που βλέπει να καταρρέει, να σήπεται, να βουλιάζει στο χάος.

Σε άλλη επιστολή κατηγορώντας τον εαυτό του για κακία και μελαγχολία γράφει: «Νοσταλγώ τη μέρα εκείνη που η ψυχή (…) θα εγκαταλείψει αυτή τη γελοία μορφή από βρομιά και σήψη, που δεν είναι παρά ένα πολύ πιστό αντίγραφο αυτού του άθεου, καταραμένου αιώνα» (σελ. 284).

Σπεύδω αμέσως να ρωτήσω: Μονάχα ο Τρακλ έβλεπε τον κόσμο έτσι; Η απάντηση είναι, και δη για τα χρόνια εκείνα και τα αμέσως επόμενα: κάθε άλλο. Υπάρχει σειρά ολόκληρη των γνωστότερων ποιητών –και όχι μονάχα ποιητών– που έχουν απολύτως ανάλογη στάση και την διατυπώνουν ρητά στο έργο τους. Εξάλλου, ο μεταφραστής του τόμου αναφέρει στο Επίμετρο ότι η βιβλιοθήκη του Τρακλ περιλάμβανε Χαίλντερλιν, Νοβάλις, Μπωντλαίρ, Βερλαίν, Ρεμπώ, Ντοστογιέφσκι, Νίτσε, Βάινινγκερ, Μαίρικε, Λέναου (γερμανοούγγρος ποιητής, πέθανε 48 χρονών, ποιήματά του έχουν μεταφράσει και ο Καρυωτάκης και ο Ουράνης), Χόφμανσταλ, Τσβάιγκ κ.ά. Μπορούμε να καταλάβουμε πού κινείται; Σε κορυφές επάνω, όπου εναλλάσσονται το φως με το σκοτάδι, η πίστη με την απιστία, η διαφάνεια με τις σκοτεινές όψεις της ζωής, το λευκό χρώμα της αγνότητας με γκρίζα, μουντά και σκούρα χρώματα, ο παράδεισος και η κόλαση. Και όλα αυτά κατοικούν τους ποιητές και συμβαίνουν στα έγκατα της καρδίας, όσο ή όπως και αν ο νους διαθέτει το χάρισμα να περιφέρεται σε όλα τα πλάτη και τα μήκη γης και ουρανού.

Georg Trakl, Ποιήματα, μετάφραση Θανάσης Λάμπρου, εκδ. Περισπωμένη, 2014Ο ιερός ξένος ησυχάζει σε σκοτεινή γη.
Απ’ το πράο στόμα του πήρε ο Θεός τον θρήνο,
Καθώς βούλιαξε μέσα στον ανθό του.
Ένα γαλάζιο λουλούδι
Το τραγούδι του συνεχίζει να ζει στων πόνων το νυχτωμένο σπίτι.

(Γκέοργκ Τρακλ, «Στον Νοβάλις» (Β1΄ σχεδίασμα), σελ. 169)

~.~

Georg Trakl
Ποιήματα

Μετάφραση – επίμετρο: Θανάσης Λάμπρου
Εκδόσεις Περισπωμένη, 2014
σελ. 296
ISBN 978-618-80542-7-1

~~..~~

Ο Σωτήρης Γουνελάς γράφει δοκίμιο, ποίηση και μεταφράζει.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ