Άνθρωπος μόνος και ένα δέντρο στην ομίχλη - για Ποιητική αδεία 1

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΔΕίΑ: ΣΩΤΗΡΗΣ ΣΑΡΑΚΗΣ

H αρχή και το τέλος της ζωής προβλημάτισαν τον άνθρωπο από τη στιγμή που συνειδητοποίησε τη θέση του στον κόσμο. Οι πρώτες πηγές, η κοσμογονική «αρχή», απασχόλησε τους πρωτοπόρους Ίωνες φιλοσόφους που μετέφεραν το κοσμολογικό ερώτημα από τη μυθολογία στην παρατήρηση – από τη θεογονία του Ησίοδου στη θεωρητική σκέψη και την αναζήτηση απόδειξης.

Οι ποιητές, με τον δικό τους τρόπο, συμμετείχαν και συμμετέχουν στο «παιχνίδι» των μεταφυσικών αναζητήσεων, σε μια προσπάθεια να ερμηνεύσουν την έννοια του θανάτου. Είναι οι δημιουργοί δραματικών σκηνών, κολασμών στον σκοτεινό Άδη, αλλά και εμπνευστές συμπαντικών περιδινήσεων μιας μεταθανάτιας ζωής στο αγεωμέτρητο επέκεινα, στο αδιερεύνητο «αλλού», κινούμενοι και αυτοί από την αδυναμία να εξηγήσουν τη φθαρτότητα του ανθρώπου. Ζωή/θάνατος, ύπαρξη/ανυπαρξία, σκότος/φως, λειτουργούν ως φυσικά δίπολα, παραδόξως ασύλληπτα από τον άνθρωπο. Τη ματαιότητα αυτή την αντιμετωπίζουν οι ποιητές με πικρή ειρωνεία, με την παραδοχή του ψύχραιμου ηττημένου.

Ο Σωτήρης Σαράκης ανήκει στους φιλόσοφους ποιητές, που με λαϊκή θυμοσοφία εναλλασσόμενη με νηφάλια απαισιοδοξία, προσβλέπει συστηματικά και επίμονα προς το άγνωστο, άλλοτε από την ανάγκη μιας ερμηνείας του οδυνηρού τέλους, άλλοτε ανατρέχοντας παραμυθητικά προς τα πίσω και διαπιστώνοντας το τελεσίδικο της απώλειας, που κάποια αχνά σημάδια μνήμης μαρτυρούν με θλίψη για την αέναη χορεία των νεκρών, επισημαίνοντας ότι η οδός της ζωής είναι νομοτελειακά προδιαγεγραμμένη, και προβάλλοντας με σύννοια το Τίποτα ως τη μόνη αλήθεια. Στην τελευταία συλλογή του, με τον τίτλο Στις προθήκες, εκτυλίσσει την κοσμολογική σκέψη του, καταδεικνύοντας την κενότητα των ανθρώπειων, παρατηρώντας τα απομεινάρια αιώνων που φιλοξενούνται στις προθήκες των μουσείων.

Δύο ανέκδοτα ποιήματά του που ακολουθούν, ανήκουν στη λογική αυτή, στην υπαρξιακή αγωνία για τη θέση μας στον κόσμο, όπου το μυστηριώδες κενό, το διαρκές Τίποτα, καθίσταται πηγή της παροδικής και ματαιόπονης ζωής μας:

ΣΤΟ ΑΛΛΟ ΑΚΡΟ

Λόγια που ακούς σε κάθε βήμα, αυτό
δεν είναι τίποτε, κανείς
στον κόσμο δεν αξίζει
ν’ ασχολείται, λόγια
απερίσκεπτα αφού
όπως διδάσκει η πείρα
το τίποτε για τίποτε δεν το ’χει να εκραγεί

σκάει το τίποτε και τότε
να δεις Κόσμος, τότε
να δεις Δημιουργία και Σύμπαν
–μπορεί και Σύμπαντα, ποιος ξέρει–
όταν το τίποτε περνάει
στο άλλο άκρο, γίνεται τα πάντα

γίνεται εσύ κι εγώ, κανείς
στον κόσμο δε θυμάται
πως ήταν μια φορά κι έναν καιρό το τίποτε.

~.~

ΝΕΟΤΕΡΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΥΦΥΟΥΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

Για ν’ αλητεύω στο Παγκράτι
ανοίχτηκαν ετούτοι οι δρόμοι
κτήρια ψηλά γκρεμίστηκαν, βουνά
από μπάζα απομακρύνθηκαν, να ’ναι καλά
αυτοί οι κολοβοί
κι αμάλλιαγοι, μ’ εκείνα τους
τ’ αγριεμένα σίδερα, αυτοί
γκρεμίζουνε, τους έχω δει, αν δεν ήταν
οι δρόμοι ετούτοι πώς θα την περνούσα
εγώ τη μέρα μου, τα λέω
στους φίλους μου κι ας κοροϊδεύουν
με βγάζουν κυνοκεντρικό, λένε πως πάσχω
από κυνομορφισμό, σιγά
που θα ’νοιγαν στην τύχη κι από μόνοι τους
τόσοι ωραίοι δρόμοι, και χωρίς
κανένα λόγο, ας πιστεύουν ό,τι θέλουν, φτάνει
που εγώ το ξέρω· αυτά
σκεπτόταν ευτυχής ο αδέσποτος
βαδίζοντας προς τη γνωστή
πλατεία με τις πολλές
ταβέρνες, ήταν πια
η ώρα για το βραδινό του.

~~..~~

Τα τρία επόμενα ποιήματα είναι δημοσιευμένα. Θεωρούμε ότι διευκολύνουν τον σχολιασμό των προηγούμενων. Το πρώτο και το δεύτερο ανήκουν στην τελευταία συλλογή του Σωτήρη Σαράκη, Στο σιδεράδικο της Λήμνου (εκδ. Κουκκίδα, 2017).

Το τρίτο είναι του πρόσφατα χαμένου ποιητή Γιώργου Γεωργούση, το έργο του οποίου αποτελεί μακροχρόνια αναζήτηση και ερμηνεία του Τέλους. (Βλ. «Από την αλληλογραφία με τον Ερμογένη», Πήλινη φύση, εκδ. Γαβριηλίδης, 2002, σ. 57-58):

1.
Σωτήρης Σαράκης
ΤΑ ΜΑΤΙΑ

Ώστε λοιπόν
κι εσείς ακόμα με προδίδετε.
Ώστε λοιπόν κι εσείς ακόμα
–τα ίδια μου τα μάτια!–
με προδίδετε.
Μα θα ’πρεπε να το ’χα
καταλάβει από παιδί
τουλάχιστο εκείνη τη φορά
που μ’ έσπρωχνε ο δυνατός
βοριάς, που με παρέσερνε
μ’ έβγαζε απ’ το δρόμο μου κι ακόμα λίγο
κάτω θα μ’ έριχνε κι εγώ
καθόλου δεν τον έβλεπα· γιατί
να μην τον βλέπω τον αέρα;

Κι έπρεπε να περάσουν χρόνια
και χρόνια, και ν’ ακούσουμε όλα αυτά
τ’ αλλόκοτα για σωματίδια και μεγέθη
–ακούς, μεγέθη!– του μικρόκοσμου
για να το καταλάβουμε καλά
πώς είναι ο κόσμος, πώς τον βλέπουμε
πως είναι αλλιώς ο κόσμος, πως αλλιώς
τον βλέπουμε, αμυδρή
εικόνα αξιωνόμαστε του κόσμου
του κόσμου, λέω, αυτού που εντός του ζούμε.

Μα, πάλι, θα μου πεις
αυτό σε πείραξε, η εικόνα, θα μου πεις
και θα ’χεις δίκιο, ποια εικόνα
ποιος κόσμος που έτσι αναδυόμαστε
μένουμε έναν καιρό, χανόμαστε
–ερχόμαστε και φεύγουμε, όπως λέμε–
χωρίς να μάθουμε ποτέ
ποιος είναι, τι, αυτός ο κόσμος
πού βρισκόμαστε

ποια εικόνα θα μου πεις, και θα ’χεις
δίκιο, όμως κι αυτό
να σε προδίδουν, να σ’ αποκοιμίζουν
τα ίδια σου τα μάτια
αβάσταχτο.

~.~

2.
Σωτήρης Σαράκης
ΚΟΣΜΙΚΟ

Πολλά
παράλογα συμβαίνουν.
Πολλά παράλογα συμβαίνουν
στον κόσμο, όμως αυτό
μου φαίνεται το πιο
παράλογο απ’ όλα τα παράλογα, αυτό
που είμαστε τώρα εδώ και περπατάμε

αυτό
θαρρώ το πιο παράλογο στον κόσμο, εκτός
από τον ίδιο
τον κόσμο αυτόν που έτσι ξαφνικά
–κατά πως λένε οι γνώστες–
έτσι εντελώς απρόσμενα
πετάχτηκε κι απρόβλεπτα, μ’ ένα μεγάλο
μπαμ!

έτσι πετάχτηκε κι έτσι θα σβήσει
απρόβλεπτα ξεφύτρωσε, άσκοπα
πορεύεται
ώσπου να ’ρθεί ο καιρός του να χαθεί

και σαν να μην του ’φτάναν
οι φαντασμαγορίες με τις εκρήξεις
τ’ άστρα που αναβοσβήνουν κι όλα αυτά
να που μας έχει τώρα εδώ κι εμάς

εμάς να περπατάμε και να συλλογιόμαστε
πώς έγινε κι είμαστε τώρα εδώ κι αν κάποιο
νόημα θα μπορούσε να ’χουν όλα αυτά

κι άλλα τρελά να συλλογιόμαστε, οικτρά
θύματα της ανόητης λογικής μας, εννοείται
παράλογοι εντελώς, μικρό
παράλογο κομμάτι ενός παράλογου
πανέμορφου μεγάλου κόσμου.

***.***

3.
Γιώργος Γεωργούσης
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΜΟΓΕΝΗ

Μα η ελπίδα
–το πιο κοινό από τα πάθη των θνητών–
έρχεται πάντοτε απ’ έξω
θέλει τον θάνατο μιας άλλης
για να μπορεί απ’ αυτό το τίποτα
να πορευτεί να κάμει κάτι,
όπως ένας θεός που απ’ το τίποτα
μπορεί κι αυτός να φτιάξει ένα κόσμο.
Και τι να το κάμεις που μπορούν;
Μη και λογιάζεις πως μπορούν
και να τον κάνουν να πετάξει;
Με τόσους ποιητές ν’ αλλάζουν κάθε τόσο τα φτερά!
Με τόσους νεκρούς να υπογραμμίζουνε συνέχεια
με κόκκινο τα λάθη!

~~..~~

Εύγλωττη κατακλείδα το εξάστιχο «Η εξίσωση» του Σαράκη. Λιτό αλλά αποκαλυπτικό ποίημα για τον ανυπεράσπιστο άνθρωπο μπροστά στη σκληρή, αλλά δίκαιη μητέρα του, τη Φύση, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο Σίσυφος (τχ. 10, Ιούλιος-Δεκέμβριος 2015):

Η ΕΞΙΣΩΣΗ

Μάταιος κόπος στον αιώνα, το γνωρίζει
μα ως γνήσιος ποιητής ομολογεί
πολύ θα το ’θελε να ’χε κι αυτός
ξοδέψει τη ζωή του κυνηγώντας
εκείνη την τρελή εξίσωση
που βγάζει απ’ το τίποτε στο κάτι.

Ο Θεοδόσης Πυλαρινός είναι πανεπιστημιακός (νεοελληνιστής φιλόλογος) και συγγραφέας.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ