Ταξίδι με αυτοκίνητο κοντά στη θάλασσα
φωτο: Αλέξιος Μάινας

ΔΙΧΩΣ ΦΡΕΝΑ

ΔΙΧΩΣ ΦΡΕΝΑ 

(συνοδεύει το σκίτσο Πασακάλια του Χαλκιδαίου μουσουργού)

 ~.~  

Πηγαίνω στη δουλειά με το αυτοκίνητο, όταν υπακούω σε μια διάθεση να σκέφτομαι πίσω από το τιμόνι. Δεν είναι απλά πως οδηγώ μόνος· ν’ απομονώνομαι μπορώ και με αρκετούς άλλους παρόντες, όπως, παραδείγματος χάριν, στο τρένο. Η άσκηση της οδήγησης συμπληρώνει κατά ένα βαθύτερο, κινητικό τρόπο τις ατραπούς και τους δαιδάλους όπου υπεισέρχεται ο νους. Πρόκειται για έναν τρόπο πρόσληψης των γεγονότων. Αποχωρείς, για να δεις τα πράγματα από κάποια απόσταση. Βέβαια, οι έγνοιες του δρόμου διακόπτουν συχνά τη σκέψη, μα τούτο δεν είναι απαραίτητα ενοχλητικό. Μπορείς να συνεχίσεις, έστω και με διαφορετική διάθεση, την προηγούμενη αλληλουχία των ειρμών ή απλά ν’ αλλάξεις θέμα. Συνήθως δεν καταλήγεις σε τελικά συμπεράσματα για το δείνα ή το τάδε ζήτημα που σε απασχολεί. Γιατί όμως να βιαστείς να πάρεις αποφάσεις; Πρωτίστως σημασία έχει η επεξεργασία.

Αφήνοντας πίσω το ύψωμα του Δαφνιού, την αρχαία δυτική πύλη της Αθήνας, κατηφορίζεις προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Σε προϋπαντούν τα πουλιά της αλμυρής λίμνης, μα δεν είναι δυνατό να εξωραΐσουν τη λερή παραλία του κρατικού διυλιστηρίου με τους βραχίονες φόρτωσης πλοίων, τους λόφους των σκωριών και το ασπροπυργικό πεδίο (λαθρ)εμπορίας καυσίμων. Παραδόξως, τα καλύτερα στοιχεία της περιοχής θυμίζουν άρτο και θεάματα: βιομηχανική αρχαιολογία και οικογενειακές ψαροταβέρνες.

Προχωρώντας θα περάσεις κάτω από δύο ανισόπεδες διαβάσεις που ενώνουν την εθνική οδό με το οικιστικό σύμπλεγμα της Ελευσίνας.

Μια έξοδος απ’ τον αυτοκινητόδρομο, μέσω της οποίας παρακάμπτονται τα διόδια, οδηγεί προς τα ελευσίνια ναυπηγεία, το ιδιωτικό διυλιστήριο και τους παραλιακούς οικισμούς της δυτικότερης Αττικής. Αφού μείνουν πίσω κι αριστερά οι βαριές εγκαταστάσεις, μπορεί να δεις, κατά περιόδους, σε κάποιον κολπίσκο γερμένο το κουφάρι ενός καραβιού με τα κοίλα του μισοβυθισμένα προς την ακτή· περιμένει στωικά, λες, τη σειρά του για το διαλυτήριο πλοίων. Όπως ένα τεράστιο μάτι, στα ρηχά βουρκωμένο, ανταλλάσσει βλέμματα με τον οδηγό που τρέχει στον καμπυλωτό δρόμο. Η φθαρμένη, στο σχεδόν ειδυλλιακό φόντο μιας ρόδινης ανατολής κουπαστή μοιάζει με καμαρόφρυδο ενάλιας γιγάντισσας που κατατρύχει στον βιότοπό της κάθε τι τεχνητό.

Αντιστικτικά, θυμάμαι τότε το «Ταξίδι στα Κύθηρα», το «Μεθυσμένο καράβι» ή τη «Θαλασσινή αύρα» των Γάλλων ποιητών, που έθεταν το νου τους σε ταξίδια ονειρικά. Περίφημες αν και ψυχοφθόρες περιπλανήσεις.

(Γιατί όχι ένα ποίημα του Χαλκιδαίου εκτελωνιστή, του Σινο-Κεφαλλονίτη μαρκονιστή ή του Κερκυραίου αντιναυάρχου; Υποθέτω χάριν αρχαιότητας.)

Στη συνέχεια, παρά τη γραφική κόστα, τις βαρκούλες και τα οστρακοταβερνεία, η περιοχή αποπνέει υποβάθμιση.

Έχοντας περάσει τα στρατόπεδα της Νέας Περάμου και τα Μέγαρα κοντεύεις πια στην Κακιά Σκάλα, όπου αρχίζουν οι γκρεμοί δίπλα στη θάλασσα. Η πλαγιά έχει ανασκαφεί και διαμορφωθεί, για να κατασκευαστεί ο φιδωτός παραλιακός δρόμος, η ιστορία της δυσβατότητας του οποίου είναι γνωστή από τα μυθικά χρόνια του φευγάτου εραστή τής Αριάγνης. Ο πραγματικός δρόμος, που αντικατέστησε την ατραπό, στρώθηκε κατά τα ρωμαϊκά χρόνια.

Όπου επενέβησαν άνθρωποι το τοπίο γυμνώθηκε. Μολονότι κάθε άλλο παρά δασοσκεπής και υδάτινη, από την αρχαιότητα έως τα νεότερα χρόνια, η περιοχή δεν απέφυγε τη σχετική αποψίλωση στην οποία προέβησαν οι κάτοικοι της Αττικής τόσο για τις βιοτικές τους ανάγκες όσο και για τις αυθαιρεσίες τους. Παλαιά κι άγρια είδη δέντρων αντικαταστάθηκαν, φυσικά, από το προσαρμόσιμο κι εξόχως εύφλεκτο πεύκο, που δασύνεται κατά τόπους. Ακόμα κι οι κουκουναριές, που γίνονταν εργαλεία βασανισμού από τον πιτυοκάμπτη Σίνι, προς τη μεριά της Κορίνθου, ανήκαν, προφανώς, σε διαφορετικό είδος από το εισαχθέν, πάλι από τους Ρωμαίους, συριακό πεύκο. Δεν λείπουν πάντως οι συγκινητικές μες στ’ ασημιά τους αγριελιές και οι αγριοσυκιές τών λιλιπούτειων, μελωμένων καρπών.

Τι θλιβεροί κείνοι οι σκονισμένοι θάμνοι εκατέρωθεν του δρόμου! Θα ’λεγε κανείς πως αντιπροσωπεύουν μια κατάσταση ερήμωσης του νου.

Κοιτώντας προς τα νότια θαυμάζεις από ψηλά τον Αργοσαρωνικό και τα νησιά του. Η διαφάνεια ποικίλει ανάλογα με την εποχή, τη μέρα και την ώρα. Χωρίς να το θέλω, επειδή ο όρος έχει εμποτισθεί με αρκετή εθνικιστική μεταφυσική, μου έρχεται στο νου η «ελληνικότητα». Γιατί να μη σημαίνει απλώς την ιδιότητα του ελληνικού με την εθνική ή τη γεωγραφική σημασία;

Εντούτοις, λόγω τοποθεσίας, ένας άλλος Γάλλος είναι κι εδώ παρών με το «Θαλασσινό κοιμητήριό» του.

Με τον γκρεμό πλάι μου παίζω ένα παιχνίδι, που το ονομάζω «Δίχως Φρένα». Σαν αρχίζει το στενό, κατηφορικό κομμάτι του δρόμου, απλά δεν φρενάρω καθόλου. Για να πετύχει η προσπάθεια, πρέπει η ταχύτητα του οχήματος να έχει ρυθμιστεί απ’ τα πριν έτσι ώστε να είναι αρκετά μεγάλη για να προσφέρει τη συγκίνηση στις απότομες στροφές, αλλά όχι τέτοια που να οδηγήσει το αυτοκίνητο εκτός επιθυμητής τροχιάς: δεξιά στη βραχώδη πλαγιά ή αριστερά στον γκρεμό.

Χαρά και ζάλη· κομμένη ανάσα· μηνίγγια που σφύζουν.

Ακόμα κι εκεί που η άσφαλτος διασταυρώνεται με την παλιά χάραξη των γραμμών του τραίνου, η πέδηση μπορεί να επιτευχθεί επιλέγοντας χαμηλότερες ταχύτητες στο κιβώτιο. Ας σημειωθεί ότι ο δρόμος αυτός κατά τις πρωινές ώρες που ταξιδεύω δεν έχει πυκνή κίνηση. Το «Δίχως  Φρένα» παιχνίδι διακόπτεται όταν η κυκλοφορία στη λωρίδα μου το επιβάλλει ή όταν φτάσω στην Κινέττα, όπου αρχίζει η περιοχή κατοικίας.

Παρακινδυνευμένο; Εννοείται πως κάθε φορά που επιδίδομαι στην ίδια τολμηρή άσκηση υποβάλλω τον εαυτό μου στη βάσανο της αυτοκριτικής. Ναι, θεωρώ σφάλμα να στερήσω, κατά τέτοιον τρόπο, την υπόστασή μου από τους ανθρώπους που με αγαπούν. Ποιος όμως μπορεί να ισχυριστεί πως δεν επιθυμεί να ζει* με ορισμένες από τις πιο συγκινητικές αντιφάσεις του;

~.~

Κατά σειρά εμφάνισης: Νίκος Σκαλκώτας, Σαρλ Μπωντλαίρ, Αρτύρ Ρεμπώ, Στεφάν Μαλλαρμέ, Γιάννης Σκαρίμπας, Νίκος Καββαδίας, Τάσος Κόρφης, Θησέας, Πωλ Βαλερύ.

Ο Χρήστος Γιαννακός γεννήθηκε το 1966 στην Αθήνα. Δημοσιεύει πεζογραφία, ποίηση και κριτικές σε λογοτεχνικά περιοδικά. Από το 2003 συμμετέχει στην ομάδα Σύνταξης του περιοδικού Μανδραγόρας. Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές: Εγχειρίδιο αμηχανίας (εκδόσεις Μανδραγόρας, 2004), Έτοιμος κόσμος (εκδ. Μανδραγόρας, 2011). Τελευταίο του βιβλίο το πεζογράφημα: Ασέμνου, ερωτικές ιστορίες για ενήλικες (εκδ. Μανδραγόρας, 2015), που κυκλοφορεί με το ψευδώνυμο Φάνης Κατσιρέλος.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ