Ο σκηνοθέτης Σεργκέι Αϊζενστάιν και ο συνθέτης Ντμίτρι Σοστακόβιτς
Αριστερά ο ρώσος σκηνοθέτης Sergei Eisenstein (1898-1948). Δεξιά ο ρώσος συνθέτης Dmitri Shostakovich (1906-1975) - (δεξιά φωτογραφία) αρχείου: Deutsche Fotothek

ΘΩΡΗΚΤΟ ΠΟΤΕΜΚΙΝ

Θωρηκτό Ποτέμκιν: ο Αϊζενστάιν και ο Σοστακόβιτς στο Ηρώδειο 

«Η Επανάσταση είναι πόλεμος. Από όλους τους πολέμους στην Ιστορία είναι ο πιο νόμιμος, δίκαιος, ειλικρινής και πραγματικά μεγάλος πόλεμος στη Ρωσία. Αυτός ο πόλεμος έχει ξεκινήσει».
Και με τα λόγια αυτά του Λένιν αρχίζει η ταινία και η μουσική.

Σεργκέι Αϊζενστάιν

Ηρώδειο, 5 Ιουλίου 2017. Στο πλαίσιο του προγράμματος του Φεστιβάλ Αθηνών και για την επέτειο των εκατό χρόνων από τη μεγάλη ρωσική επανάσταση παίζεται η ταινία Θωρηκτό Ποτέμκιν του Σεργκέι Αϊζεστάιν (Sergei Eisenstein, 1898-1948), και παίζεται διπλά. Η ταινία στην οθόνη, η οποία τοποθετήθηκε για τις ανάγκες της περίστασης, και η μουσική της ταινίας από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στην ορχήστρα του Ωδείου, υπό την διεύθυνση του γερμανού αρχιμουσικού Jens Troester. Η μουσική της ταινίας είναι ένα κολάζ προερχόμενο από πέντε συμφωνίες του μεγάλου ρώσου δημιουργού Ντμίτρι Σοστακόβιτς (Dmitri Shostakovich, 1906-1975): την 4η, 5η, 8η, 10η και την 11η συμφωνία, που καρέ καρέ, υπογραμμίζει τα τεκταινόμενα επί της οθόνης.

Από την ταινία: Θωρηκτό ΠοτέμκινΕξήντα πέντε λεπτά διαρκεί η ταινία και επί εξήντα πέντε λεπτά η μουσική ανασαίνει στο ρυθμό των ανθρώπινων συναισθημάτων: γίνεται αυτή η ακουστή έκφραση του εξεγερμένου ρωσικού λαού –εργατών και ναυτών– δίνοντας στη βωβή ταινία τον πιο εύγλωττο ήχο. Λακωνική. Δεν απαιτούνται πολλά λόγια για να φανεί η αλαζονεία των αξιωματικών του θωρηκτού, η οργή των πεινασμένων, το τσαλαπάτημα των ανθρώπων στις σκάλες της Οδησσού, ο πόνος της μάνας με το τραυματισμένο παιδί στην αγκαλιά, το ακυβέρνητο παιδικό καροτσάκι με το βρέφος μέσα, η Ρωσία ολόκληρη σ’ αυτές τις σκάλες, η αγωνία των ναυτών στη θάλασσα.

Από την ταινία: Θωρηκτό ΠοτέμκινΑφορμή για την εξέγερση στο θωρηκτό δίνει το σάπιο κρέας με το οποίο οι αξιωματικοί ταΐζουν το κατώτερο πλήρωμα. Και, εφόσον απέχουν από το φαγητό, καταδικάζονται σε θάνατο με τουφεκισμό. Όμως το απόσπασμα δεν πυροβολεί. Στην εντολή «Πυρ!» αντιπαρατάσσεται η κραυγή «Αδέλφια!» και ακολουθεί η ανταρσία: οι αξιωματικοί πετιούνται στη θάλασσα και το πρωτοπαλίκαρο, ο Βακουλιντσούκ, τραυματίζεται θανάσιμα από το όπλο του πιο αντιδραστικού αξιωματικού. Ο πρώτος που φώναξε για την επανάσταση είναι και το πρώτο θύμα. Στο πλοιάριο που φέρνει τη σορό του στη στεριά κυματίζει η μαύρη σημαία, ενώ η μουσική παίζει το «Επέσατε θύματα, αδέλφια, σε άνιση μάχη κι αγώνα», τρίτη κίνηση της 11ης συμφωνίας του Σοστακόβιτς.

Στο λιμάνι έχει στηθεί αντίσκηνο με τον νεκρό πρωτοστάτη ναύτη σε λαϊκό  προσκύνημα. Όλοι για έναν και ένας για όλους, το σύνθημα του Νταρτανιάν και των Τριών Σωματοφυλάκων, βρίσκει το ανάλογό του, όπως και στον Σπάρτακο (την ταινία Spartacus του 1960, του Stanley Kubrick) όταν όλοι σηκώνονται και φωνάζουν στους Ρωμαίους «Εγώ είμαι ο Σπάρτακος» (I am Spartacus), εκφράζοντας όλοι από κοινού την αλληλεγγύη τους στον έναν.

Φωτογραφία που ενέπνευσε τον Ρίτσο (Επιτάφιος)
Η φωτογραφία που ενέπνευσε τον Ρίτσο

Οι γυναίκες που θρηνούν τον Βακουλιντσούκ παραπέμπουν σε μια Pietà, ενώ οι «χειρονομίες» τους έρχονται από τις ορθόδοξες εικόνες, όπως λέει ο Ρολάν Μπαρτ[i]. Ο θρήνος στα μέτρα ενός ταλαιπωρημένου λαού, εικονίζεται ρεαλιστικά, τονίζοντας την «αλήθεια του Ποτέμκιν», όπως συμβαίνει σε κάθε ρεαλιστική τέχνη. Ο Μπαρτ θυμάται επίσης πως ο Μπωντλαίρ μιλούσε για «την εμφαντική αλήθεια της χειρονομίας στις μεγάλες περιστάσεις της ζωής». Εδώ πρόκειται για τον «διακοσμητισμό» του  Αϊζενστάιν που προσφέρει αλήθεια και δεν επιδέχεται αμφισημία. (Στα ελληνικά ανάλογα, ο Γιάννης Ρίτσος συνθέτει τον Επιτάφιο, βλέποντας μια γυναίκα στις εφημερίδες της εποχής γονατισμένη να θρηνεί τον γιο της. Κλασική σκηνή θρηνούσας μάνας που ο Ρίτσος απέδωσε ποιητικά, αφορμώμενος από την πραγματικότητα της απεργίας του 1936)[ii].

Ο Αϊζεστάιν επιμελείται με σεβασμό τη σκηνή του θρήνου, με τα γερμένα κεφάλια και τα πονεμένα πρόσωπα των γυναικών που θρηνούν, σαν μυροφόρες, ενώ με τη σφιγμένη γροθιά, ψυχή έτοιμη να εκραγεί, ετοιμάζει την αντίδραση.

Η αφίσα της ταινίας Θωρηκτό Ποτέμκιν (1925)
Η αφίσα της ταινίας (1925)

Συμπλέοντας με το πολιτικό-ιστορικό ρεύμα του καιρού, η ώρα της μεγάλης επανάστασης έχει ήδη σημάνει, όταν εκείνος (αναφερόμενος στο 1905) δημιουργεί το Θωρηκτό στα 1925, οχτώ χρόνια μετά τη Μεγάλη Επανάσταση που έχει φέρει το ρήγμα στον ιστορικό χρόνο. Και, ανεξάρτητα από την ιστορική αλήθεια, η εξέγερση πρέπει να δικαιωθεί, να φανεί ότι όλοι είναι με το μέρος του δίκιου, δηλαδή του κατώτερου πληρώματος του θωρηκτού, δηλαδή του καταπιεσμένου ρωσικού λαού, δηλαδή της Επανάστασης. Ο θεατής του 1925 δεν θα ξεχωρίσει τα δύο ιστορικά γεγονότα. Και ο στόχος είναι αυτός. Να προβληθεί η ενότητα, το σθένος του λαού και του στρατού. Η συμπαράταξη όλων.

Εντυπωσιακά είναι τα πλάνα με τα ποτάμια, τους δρόμους, τις γέφυρες που διασχίζουν την οθόνη με κόσμο που έρχεται από όλες τις κατευθύνσεις να ενωθεί μαζί τους. Η σκηνή όμως με τις βάρκες,  σαν «λευκόφτερο σμήνος», που γεμίζουν το λιμάνι, το απέραντο πλάνο που ανοίγει για να συμπεριλάβει όλες τις βάρκες, με όλον εκείνο το λαό που φέρνει ζωντανά, μικρά αρνάκια, κουνέλια, κότες, φρέσκα αυγά, καρβέλια ψωμί, να θρέψει τους πεινασμένους, αποτελεί την αντίστιξη στο σάπιο κρέας και τις σάπιες ιδέες, ενώ η μουσική, μετά το βαρύ και πένθιμο requiem του θρήνου, χορεύει ανάλαφρα σαν το αεράκι που φουσκώνει τα πανιά και γεμίζει με ελπίδα την ψυχή, και εν τέλει λειτουργεί σαν ανακουφιστικό ιντερμέδιο.

Η σκηνή αυτή νομίζω πως βρίσκει τη διάδοχή της, πενήντα χρόνια μετά,  στον Ιησού από τη Ναζαρέτ (Jesus of Nazareth, γυρίστηκε το 1975-1976), του Τζεφιρέλι (Franco Jeffirelli, γεν. *1923), όταν τα δίχτυα του Πέτρου γεμίζουν από τα ψάρια της λίμνης Γεννησαρέτ, όταν αστράφτουν τα νερά από τα ψάρια και αργότερα, όταν γίνεται το θαύμα του πολλαπλασιασμού άρτων και ψαριών. Και πιστεύω πως ο Τζεφιρέλι έφτιαχνε τις δικές του σκηνές έχοντας στη σκέψη του τον Αϊζεστάιν. Και ποιος δεν τον είχε, άλλωστε! Ο Ιησούς, για την αγάπη του ανθρώπου και τη δικαιοσύνη, έδινε τη ζωή του, όπως ο ναύτης στο λιμάνι και όπως πολλοί άλλοι που δεν ήταν καν γιοι Θεού.

Δεν γνωρίζω αν θρησκευόταν και πόσο ο Αϊζενστάιν, αλλά το βλέμμα που ρίχνει στον υποκριτή ιερέα του πλοίου και το ζουμάρισμα στον σταυρό που κραδαίνει σαν τσεκούρι, δεν μας αφήνει περιθώριο να σκεφτούμε τον Φόβο του Θεού για την αποκατάσταση της τάξης, όπως φώναζε ο διαβολικός στην όψη παπάς, ο εναγκαλισμένος με την εξουσία, όπως πάντα – το ’χε συνήθειό του το ιερατείο.

Οι σκάλες της Οδησσού, που φαίνονται και στο Θωρηκτό Ποτέμκιν, περίπου το 1900
Οι σκάλες της Οδησσού το 1900 (η ταινία παίζει το 1905)

Επόμενη εμβληματική σκηνή, από την οποία έχουν επηρεαστεί πάντες, σχεδόν, οι μεταγενέστεροι κινηματογραφιστές, είναι το αιματοκύλισμα στις σκάλες της Οδησσού. Εκεί που ο λαός –νέοι, γέροι, παιδιά, βρέφη, ανάπηροι– πηγαίνουν να συμπαρασταθούν στους ναύτες, και οι στρατιώτες, με προτεταμένα τα όπλα από ψηλά, κατεβαίνοντας ρυθμικά, πυροβολούν μέσα στο πλήθος που τρέπεται σε άτακτη φυγή. Μια μάνα σηκώνει στα χέρια της το πληγωμένο παιδί της, βαδίζοντας προς το μέρος τους. Την πυροβολούν, την ποδοπατούν και συνεχίζουν την κάθοδο των σκαλιών προς το πλήθος. Κάποιοι άλλοι κάνουν επιτροπή και πάνε να τους μιλήσουν. Τους πυροβολούν και αυτούς. Από την ταινία: Θωρηκτό ΠοτέμκινΜια άλλη τραυματίζεται θανάσιμα στην κοιλιά και πέφτει, σπρώχνοντας το καροτσάκι του μωρού της που αρχίζει μια ξέφρενη πορεία στις σκάλες. Μια σκηνή που σημάδεψε τη μνήμη των θεατών.  Χορός ένοπλων στρατιωτών, στροφή (κατά την τραγωδία), με εστίαση του φακού στην κίνηση των ποδιών, κυρίως, και χορός λαού – αντιστροφή, με κοντινή εστίαση του φακού στα πρόσωπα, στα μάτια, στο στόμα, στον τρόμο με την ανάκουστη κραυγή, στον πανικό, στο παράλογο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο δημιουργός κατανέμει το υλικό του σε πέντε πράξεις, παραπέμποντας στο θεατρικό δράμα, στην τραγωδία.

Από την ταινία: Θωρηκτό Ποτέμκιν

Και η σκηνή θυμίζει τις εκτελέσεις της 3ης Μαΐου του 1808 – El tres de mayo de 1808, του Φρανθίσκο Γκόγια. Στρατιώτες χωρίς πρόσωπο, χωρίς μάτια, και θύματα με πρόσωπο και τρόμο στα μάτια. Στον πίνακα εικονίζονται ελάχιστοι αλλά οι εκτελεσμένοι της 3ης Μαΐου του 1808 ήταν τετρακόσιοι.

Ο Αϊζεστάιν σκηνοθετεί, όπως είπαμε, την επανάσταση του 1905, η οποία λειτουργεί και ως προάγγελος της άλλης, της μεγάλης που θα ακολουθήσει, το 1917. Εκατό χρόνια μετά την Επανάσταση, που εορτάζεται φέτος, τα πάντα έχουν ανατραπεί, ο τσάρος και η δολοφονημένη οικογένειά του έχουν αποκατασταθεί και αγιοποιηθεί. Όλα ανατράπηκαν τότε, για να ανατραπούν εκ νέου, όπως έγινε και στην Γαλλία το 1789, και να βρεθεί ο άνθρωπος στη δίνη των αλλαγών, ελπίζοντας σε  έναν δικαιότερο κόσμο που δεν ήρθε ή, τουλάχιστον, δεν ήρθε έτσι όπως τον ευαγγελίστηκαν οι ηγέτες του.

Η ταινία του Αϊζενστάιν είναι ένα κινηματογραφικό αριστούργημα, μία ταινία ανάμεσα στις δέκα καλύτερες όλων των εποχών, που έχει ένα ιστορικό γεγονός ως θέμα της. Ιστορικές όμως είναι και οι νέες τεχνικές που επινόησε και επέβαλε ο σκηνοθέτης, κάνοντας πράξη την ιδέα του. Από την ταινία: Θωρηκτό ΠοτέμκινΝα εμπλουτίσει το μοντάζ με τον «ψυχολογισμό», να φορτίσει τα αντικείμενα με νοήματα, να οδηγήσει στο πάθος, στην τραγική κορύφωση της σφαγής στη σκάλα της Οδησσού και τέλος, στην αποκορύφωση της αγωνίας, με την επικείμενη θαλάσσια σύγκρουση και τη λύση του δράματος που επέρχεται με μια κραυγή (που ακούγεται για δεύτερη φορά στην ταινία), «όλοι εναντίον ενός και ένας εναντίον όλων» και μια ιαχή (και αυτή για δεύτερη φορά) «Αδέλφια!», ιαχή θριάμβου και συμφιλίωσης. Η μουσική παρακολουθεί το διαρκώς επιταχυνόμενο ψυχικό λαχάνιασμα, υπογραμμίζοντάς το με ένα μουσικό κρεσέντο.

Κι εδώ θα βρούμε το ανάλογο στην κινηματογραφική δραματουργία, όταν ο νεότερος κινηματογραφιστής Γουίλιαμ Γουάιλερ (William Wyler, 1902-1981) σκηνοθετεί την ταινία Μπεν Χουρ (Ben-Hur, 1959), ένα νεότερο αριστούργημα της κινηματογραφικής τέχνης, και ο μουσικός Μίκλος Ρόζα, στη σκηνή της ναυμαχίας βάζει ένα τύμπανο να δίνει τον επιταχυνόμενο ρυθμό, κορυφώνοντας την αγωνία των αλυσοδεμένων κωπηλατών στο κάτεργο, με αιχμή αυτής της αγωνίας τα μάτια του ήρωα (Τσάρλτον Ήστον).

Άλλη αφίσα της ταινίας Θωρηκτό Ποτέμκιν
Άλλη αφίσα της ταινίας

Η ταινία του Αϊζενστάιν είναι ασπρόμαυρη, όμως η σημαία που κυματίζει στο θωρηκτό είναι κόκκινη, προβάλλοντας την επανάσταση αλλά και δηλώνοντας τη μεγάλη αντίθεση της πραγματικότητας από το όνειρο. Όπως λέει και ο Αντρέ Μπρετόν: «Πάντοτε, είτε το θέλουν είτε όχι, ανεμίζει μια σημαία άλλοτε κόκκινη και άλλοτε μαύρη» (στο Arcane 17, βιβλίο του 1944).

Σε μια στιγμή, οδεύοντας προς το τέλος, ο Σοστακόβιτς έχει παρεμβάλει στη συμφωνία του και την πρώτη μουσική φράση της Μασσαλιώτιδας, και δεν είναι η μόνη φορά που η μουσική μάς τη θυμίζει.

Σεργκέι Αϊζενστάιν
Σεργκέι Αϊζενστάιν

Συνυπολογίζοντας και τη φράση των Τριών Σωματοφυλάκων, ο Αϊζενστάιν τιμά με τον τρόπο του τη μεγάλη Γαλλική Επανάσταση που, επίσης, έδειξε πώς ανατρέπεται η βία της εξουσίας και πώς πέφτουν τα τυραννικά καθεστώτα.

Ο Αϊζενστάιν είναι ο επαναστάτης του κινηματογράφου και ο Σοστακόβιτς της μουσικής.

Και οι δύο, ανέλαβαν την ηθική ευθύνη με το έργο τους να  υποστηρίξουν τις ιδέες της πατρίδας τους και να τις κάνουν πράξεις, πρωτίστως όμως, να υπηρετήσουν την τέχνη τους.

Ντμίτρι Σοστακόβιτς

Η οθόνη έλαμψε στο Ηρώδειο και η Κρατική Ορχήστρα ανταποκρίθηκε στο αίτημα της ταινίας. Απέδωσε τιμή στους δύο μεγάλους δημιουργούς και προσέφερε συγκίνηση στους θεατές-ακροατές του Φεστιβάλ.

~~..~~

[i] Roland Barthes, Εικόνα-Μουσική-Κείμενο, Πρόλογος Γιώργος Βέλτσος, Μετάφραση Γιώργος Σπανός, εκδ. Πλέθρον 1988.

[ii] Σ.τ.Σ. Ο ίδιος ο Ρίτσος εισάγει τον αναγνώστη στο ποίημά του με μια σημείωση σε παρένθεση, εν είδει σκηνοθετικής οδηγίας: «(Θεσσαλονίκη. Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσίς του δρόμου, μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της, βουΐζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών – των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της)»

Οι σκάλες της Οδησσού σήμερα
Οι σκάλες της Οδησσού σήμερα
Η Ανθούλα Δανιήλ είναι διδάκτωρ φιλολογίας και κριτικός λογοτεχνίας.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ