παιδιά σε παλιά φωτογραφία

Ο ΓΡΑΦΙΑΣ: ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΛΕΞΕΙΣ

Υπάρχουν λέξεις που στέκονται στο ένα πόδι σε μια γωνία της γλώσσας, θυμίζοντας μαθητριούλες του ’50, τιμωρημένες από έναν δάσκαλο που δεν εφαρμόζει επ’ αυτών μια –έστω λανθασμένη– παιδαγωγική μέθοδο, αλλά ταΐζει (με λοξές, σκυθρωπές ματιές προς την ασταθή ισορροπία τους) κάποια δικά του, εντελώς ιδιοτελή και θεοσκότεινα πάθη.

Υπάρχουν λέξεις παρενδυτικές, όχι υπό την έννοιας μιας κάποιας δεδομένης ή –συν τω χρόνω– κατεκτημένης αμφισημίας τους, αλλά, αντιθέτως, λόγω της εμμονικής ροπής τους προς τη μονοσημία, η οποία συχνά στέκεται με τρόπο ιδιαίτερα πολεμοχαρή απέναντι στο πραγματικό τους απροσδιόριστο νοηματικό φύλο.

Υπάρχουν λέξεις-σαμποτέρ, πλασμένες μάλιστα από το ίδιο γλωσσικό ζυμάρι με τις νομίμως πολιτογραφημένες, που εισάγονται λάθρα στη γλώσσα, με στόχο να απειλήσουν, να τρομοκρατήσουν και, εν ανάγκη, να οδηγήσουν σε φυσική εξόντωση άλλες λέξεις – κυρίως αυτές τις ακρογωνιαίας σημασίας για την κατά φύσιν και κατά λόγον λειτουργία της γλώσσας.

Υπάρχουν λέξεις που συνταξιοδοτούνται και αποχωρούν, μένουν μονάχες τους σε ένα δυάρι και το βράδυ δεν τις πιάνει ύπνος, όχι τόσο εξαιτίας θλιβερών σκέψεων περί του επερχόμενου τέλους τους, αλλά από καημό που σπάνια τις επισκέπτονται οι συγγενείς και τα παιδιά τους, αν όχι για να τιμήσουν το γεγονός ότι αυτές τους μοίρασαν ακριβοδίκαια ό,τι κατάφεραν να βάλουν στην άκρη (όταν ήταν ακόμα ενεργές και είχαν πέραση στην αγορά), αλλά –έστω– για τα μάτια του κόσμου.

Υπάρχουν λέξεις που, ενώ έχουν πεθάνει, ξαφνικά ανασταίνονται κι εμφανίζονται χαράματα στην αυλόπορτα, με ένα κερί στο χέρι, ξέρουν πού είναι κρυμμένο το κλειδί, ανοίγουν, μπαίνουν στο σπίτι, φτιάχνουνε μόνες τους καφέ στο γκαζάκι και περιμένουν υπομονετικά να ξυπνήσουν οι άλλες, για να τους διηγηθούν τι είδαν και τι ένιωσαν θαμμένες για καιρό πολύ δίπλα σε κόκαλα και ρίζες.

Υπάρχουν λέξεις-φαντάσματα, που, κάτω από το λευκό σεντόνι με τις δύο τρύπες στη θέση των ματιών, δεν κρύβουν σώμα, μονάχα ένα κενό περίγραμμα σώματος, ενώ το πιο τρομαχτικό απ’ όλα πάνω τους είναι οι αλυσίδες που σέρνουν πίσω τους (άγνωστο πώς, αφού δεν έχουν ούτε χέρια ούτε πόδια να τις σύρουν), παράγοντας έναν ήχο ανατριχιαστικό, ως τους προθαλάμους της φρίκης.

~~..~~

Ο Πάνος Σταθόγιαννης είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ