Ο ποιητής / η ποιήτρια: Μιχάλης Γκανάς, Πάνος Κυπαρίσσης, Χάρις Κοντού
Από αριστερά οι ποιητές: Μιχάλης Γκανάς, Πάνος Κυπαρίσσης, Χάρις Κοντού

ΠΟΙΗΤΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ DE PROFUNDIS - Γκανάς/Κυπαρίσσης/Κοντού

Τη Δευτέρα 8 Μαϊου στο βιβλιοπωλείο De Profundis των εκδόσεων Γκοβόστη διάβασαν ποιήματά τους ο Μιχάλης Γκανάς, ο Πάνος Κυπαρίσσης και η Χάρις Κοντού. Την εκδήλωση συντόνισε ο ποιητής/κριτικός Κώστας Γ. Παπαγεωργίου. Μετά τις αναγνώσεις ποιημάτων από τους καλεσμένους ποιητές, η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με μια συζήτηση για την αξία της κριτικής στην ποίηση, για τον ρόλο του κριτικού, για τη σχέση κριτικού-ποιητή, καθώς και για τη σημασία της διασκευής ενός λογοτεχνικού ή ποιητικού κειμένου.

Δείγμα από τα ποιήματα που ακούστηκαν στην εκδήλωση:

Μιχάλης Γκανάς (*1944)

ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ

Επειδή η ζωή μας μοιάζει να φυραίνει
μέρα τη μέρα, δε θα πει πως η ζωή
δεν αξίζει τον κόπο.

Επειδή σ’ αγάπησα και σ’ αγαπώ ακόμη
κι ας μην είναι όπως παλιά,
δε θα πει πως πέθανε η αγάπη,
κουράστηκε ίσως σαν καθετί που ανασαίνει.

Επειδή περνάς δύσκολες μέρες
σκυμμένη σε χαρτιά και γκρεμούς
που δεν κλείνουν, κι εγώ πηδάω
τις νύχτες επί κοντώ λαχανιάζοντας,
δε θα πει πως δεν έχουμε
μοίρα στον ήλιο, έχουμε
τη δική μας μοίρα.

Επειδή πότε είσαι άνθρωπος
και πότε πουλί, φέρνεις στο σπίτι μας
ψωμάκια μικρά της αποδημίας
κι ελπίζουνε τα παιδιά μας
σε καλύτερες μέρες.

Επειδή λες όχι και ναι κι ύστερα όχι
και δεν παραιτείσαι, ντρέπομαι
για τα ίσως, τα μπορεί τα δικά μου,
μα δεν αλλάζω, όπως δεν αλλάζεις κι εσύ,
αν αλλάζαμε θα ’μαστε πάλι
δυο άγνωστοι και θ’ αρχίζαμε
απ’ το άλφα.

Τώρα ξέρουμε πού πονάς
πού σωπαίνω πότε γίνεται παύση,
διακοπή αίματος και κρυώνουν
τα σώματα, ώσπου μυστικό δυναμό
να φορτίσει πάλι τα μέλη
με δύναμη κι έλξη και δέρμα ζεστό.

Επειδή είναι δύσκολο ν’ αγαπάς
και δυσκολότερο ν’ αγαπάς τον ίδιο άνθρωπο
για καιρό, κάνοντας σχέδια και παιδιά
και καβγάδες, εκδρομές, έρωτα, χρέη
κι αρρώστιες, Χριστούγεννα, Κυριακές
και Δευτέρες, νόστιμα φαγητά
και καμένα, θέλοντας ο καθένας
να ’ναι ο άλλος γεφύρι και δέντρο
και πηγή, κατά τις περιστάσεις

ή και όλα μαζί στην ανάγκη,
δε θα πει πως εγώ δεν μπορώ
να γίνω κάτι απ’ αυτά ή και όλα μαζί,
κι αν είναι να περάσω
μια ζωή στη σκλαβιά –έτσι κι αλλιώς–
ας είμαι, λέω, σκλάβος της αγάπης.

(Από τη συλλογή: Γυάλινα Γιάννενα)

~~..~~

Μιχάλης Γκανάς
ΓΥΑΛΙΝΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ

στον Χρήστο Μπράβο

Μια τέτοια νύχτα, πριν από χρόνια,
κάποιος περπάτησε μόνος, δεν ξέρω πόσα
λασπωμένα χιλιόμετρα.
Νύχτα και συννεφιά χωρίς άστρα.
Ξημερώματα μπήκε στα Γιάννενα.

Στο πρώτο χάνι έφαγε, και κοιμήθηκε
τρία μερόνυχτα. Ξύπνησε απ’ το χιόνι
που έπεφτε μαλακά, στάθηκε στο παράθυρο
κι άκουγε τα κλαρίνα.
Πότε θαμπά και πότε δίπλα του,
όπως τα ’φερνε ο άνεμος.
Κι άκουσε μετά τη φωνή
πεντακάθαρη, από κάπου κοντά,
σαν αλύχτημα και σαν να την έσφαζαν
τη γυναίκα κι ούτε καβγάς ούτε
τίποτε άλλο, χιόνιζε όλη νύχτα στα Γιάννενα.
Ξημερώματα πλήρωσε τι χρωστούσε
και γύρισε στο χωριό του.

Στα πενήντα του θα ’τανε
με γκρίζα μαλλιά και τρεις θυγατέρες
ανύπαντρες, χήρος τέσσερα χρόνια,
με τη μαύρη κάπα στις πλάτες,
και τι χιόνι σήκωσαν τούτες οι πλάτες
κανένας δεν το ’μαθε.

(Από τη συλλογή: Γυάλινα Γιάννενα)

***.***

 

Πάνος Κυπαρίσσης (*1945) 

Η ΗΛΙΚΙΑ ΤΟΥ ΤΡΑΥΜΑΤΟΣ 

∆εν συγκρατώ παρά μόνο σπαράγματα
Νομίσματα που τα λειώνει η χρήση
και τα γυρίζει η μνήμη
στην πρώτη τους λάμψη

Ξέρω αδειάζει εύκολα μια αγκαλιά
Βουλιάζει και χάνεται
καθώς την καίει η φωτιά κι όλο ψηλώνει

∆εν μένω σ’ αυτό
δεν θέλω και να το χάσω
Κρατώ τον λευκό σου λαιμό
το ωραίο κεφάλι
τα μαλλιά σου, αρχαία χορτάρια
που κυματίζουν ποτάμι στο στέρνο μου

Γλιστράς νύφη πλωτή ώς τη θάλασσα
Στη ζεστή της την άμμο
στα κρίνα που ακόμη ριγούν
λευκά στο ελάχιστο φύσημα
Εδώ μεθούσες σε κρήνες περίτεχνες
με σιωπές και ψιθύρους των φύλλων
Στο βράχο που τον σκάβει το κύμα
καθώς τραβιέται το νερό
και σχεδιάζει πάλι την επιστροφή

Χιονίζει σιωπή
κι εγώ επιμένω να σηκώνω ρήματα πλαγιασμένα

(Από τη συλλογή: Τα χειρόγραφα της βροχής)

~~..~~

Πάνος Κυπαρίσσης
ΕΛΕΝΗ

Ακούω νερά
σε κοίτη βαθιά, δειλινή
Λόγια και χρόνια
με τα φεγγάρια στους ώμους
και των χαμένων τους ίσκιους

Ένα τους βλέμμα
μια νεφέλη ζητώ χελιδόνια
Κορμιά που πλάγιασαν ήσυχα
με το δόρυ στα σωθικά

Ενυδρεία της μνήμης
Κοπάδια καράβια
που αποκοιμήθηκαν στα νερόκρινα, άδεια
και τα τυλίγει η σιωπή
Τελωνεία της δόξας
που θησαύρισαν αίμα και σάρκα

Ποιους σήκωσες πόθους
κι ακόμη καλείς
με θηλές αναμμένες
με σπηλιές του κορμιού σου υγρές
κι άλλες του νου σου λαγνείες

Περνούν ακόμη ποτάμια θανάτου πικρά·
του Αίαντα, του Παύλου, του Νίκου σπαθιά τσακισμένα

(Από τη συλλογή: Το χώμα που μένει)

***.***

 

Χάρις Κοντού (*1988)  

ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ, ΤΟΥ ΖΩΤΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ

Στομάτινοτο τριαντάφυλλο των πλευρών σου
Σαν να!
Ένας νέος κόσμος ανοίγεταιμπροστά σου
των μήλων και των αχλαδιών
Το κυκλωτό του κήπου μας
αυτό το αεικίνητο μπαλονάκι που έχεις στο κορμί
Που ρουφάει τις αμμοβολές,
τους κόκκους, τα σωλήνια
Που έρχεται απ’ την Πλησίβιτσα, τα Ιωάννινα,
τα πλαστικά λουλούδια
Που επιπλέει
καιτρέμει να μη μαραθεί
Κι όλοι οι νερότοποι,
όλες οι κυματίσιες ορδές
των “endless” τραπεζομάντηλων
εύχονται να πιουν απ’ το χυμουδάκι του
Το ξεραμένο χυμουδάκι από κάτω μας

(Από ανέκδοτη συλλογή)

~~..~~

Χάρις Κοντού
ΑΚΙΝΗΤΟΣ ΤΡΟΧΟΣ

Ό,τι ησυχάζει με τη μέρα,
σέρνεται πίσω απ’ αυτόν τον ακίνητο τροχό,
καταπίνει τον γαλάζιο ουρανό
γαλάζια σπλάχνα, κατακτημένα
Δένει τις σαΐτες του παρελθόντος
στα πόδια των βρεφών,
ενώνοντάς τα με τις αρχαίες αναθυμιάσεις
Μέσα απ’ τις καμάρες
ακούγονται τ’ αγρίμια
Τα μάτια του μακραίωνου κατοίκου
προγκίζουν τα πνεύματά μας
Στις καλύβες κουκουλωνόμαστε,
συμπυκνωμένοι στο βαθύ
αναγώγιμο σύμπαν
Μικραίνουν οι καλοκαιρινές μέρες
Σκυλιά ανένταχτα,
μαζεύουμε τα τρελαμένα μας σάλια
Ούτε η μοναξιά δεν καταδέχεται να τρυπώσει στα ρούχα μας
Βρέχει ανθούς
στην πολιτεία των τεράτων
Η πέτρα της γης ιδρώνει
αδειάζει το χωνί των ψυχών
Κι όσο ενυδατώνονται οι κήποι
η συλλογική γραμμούλα μας τείνει να ισιώσει
και ποιος να γλιτώσει τώρα τον χρόνο
απ’ αυτήν την ταπείνωση;

(Από ανέκδοτη συλλογή)

Ο Μιχάλης Γκανάς, ο Πάνος Κυπαρίσσης και η Χάρις Κοντού είναι ποιητές.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ