Ποιητικές εκδηλώσεις - Resistance Festival 2017
Δύο εκδηλώσεις για τη νέα γενιά στην ποίηση

ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΓΕΝΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ

Την τελευταία μέρα του φετινού Σεπτέμβρη (Σάββατο, 30.9.2017) έγινε μια εκδήλωση για τη νέα ποιητική γενιά στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (Αθήνα, Πειραιώς 256) στα πλαίσια του Resistance Festival 2017. Διάβασαν ποιήματά τους δέκα ποιητές από τις νεότερες γενιές και ακολούθησε σύντομη συζήτηση.
Παρακάτω παραθέτουμε δείγμα από τα ποιήματα που ακούστηκαν και το σύντομο εισαγωγικό σχόλιο του νέου ποιητή και συντονιστή της εκδήλωσης Φάνη Παπαγεωργίου.

~.~

Κύκλος ποιητικών αναγνώσεων - Νέα Γενιά στην ποίηση
Από τις συναντήσεις/κύκλους ποιητικών αναγνώσεων σε σπίτια νέων ποιητών (εδώ: 9.1.2016 – φωτο: Ειρήνη Μαργαρίτη, αρχείο: περιοδικό Αποικία)

~.~

Σήμερα, τελευταία μέρα του Οκτωβρίου (Τρίτη, 31.10.2017, ώρα 19:30),
η συζήτηση για την προβληματική της ύπαρξης (ή όχι) μιας νέας ποιητικής γενιάς
που δημιουργεί, συζητά, συμπορεύεται, διαφωνεί και εκ-τίθεται με παρουσιάσεις, δημοσιεύσεις/εκδόσεις, νέα ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά και πολλών ειδών εκδηλώσεις και δρώμενα, θα συνεχιστεί με αφορμή την παρουσίαση ενός από τα νέα περιοδικά:
του περιοδικού Θράκα.

Θράκα παρουσίαση Booktalks, Νέα Γενιά στην ΠοίησηΤο λογοτεχνικό περιοδικό Θράκα παρουσιάζει το 8ο τεύχος του και καλεί σε μια συζήτηση για την ποίηση που γράφεται σήμερα στην Ελλάδα.
Τρίτη, 31.10.2017, ώρα 19:30

Με τους εκδότες του περιοδικού (Θάνος Γώγος και Στάθης Ιντζές)
συνομιλούν οι ποιητές: Άννα Γρίβα, Λένα Καλλέργη, Μαρία Κουλούρη, Αλέξιος Μάινας, Φάνης Παπαγεωργίου.

Συντονίζει η Αγγελική Λάλου.
Βιβλιοπωλείο Booktalks, Αρτέμιδος 47 & Αγίου Αλεξάνδρου 58, Παλαιό Φάληρο.

 

~~..~~

 

Ανιχνεύοντας μια γενιά μέσα από την ποίηση - Resistance Festival 2017Μικρό εισαγωγικό και ποιητικό δείγμα
από την εκδήλωση που έγινε στη Σχολή Καλών Τεχνών:

Νέοι καλλιτέχνες διάβασαν ποιήματά τους και συνομίλησαν στις 30 Σεπτεμβρίου 2017, στο Resistance Festival. Μια ηλικιακή γενιά μίλησε για το εν πολλοίς κοινό βίωμα, το ρίζωμα και την κρίση, διάβασε, συνομίλησε και άκουσε. Χωρίς να ξεχνάει τη δυστοπική πραγματικότητα, ο ποιητής, εργαζόμενος ή άνεργος, προσπαθεί να σκαρφιστεί ουτοπίες εν μέσω δυστοπίας. Σκέφτεται την Ιστορία και τη διάδοση της ποίησης μέσα από το τραγούδι και θέλει να αναμετρηθεί με τους τρόπους μιας νέας συνάντησης με την κοινωνία. Μια πολυφωνική γενιά προσπαθεί να καταδείξει μια πραγματικότητα και να οραματιστεί/συγκροτήσει έναν άλλο κόσμο, ή έστω να σηκώσει τα πόδια, μιλώντας για τον βηματισμό της, σε κοινό, σε συνομήλικους, σε φίλους, σε αγνώστους, σε πολιτικά περιβάλλοντα ή και σε γειτονιές, σε μια προσπάθεια να ακουστεί και να ακούσει.
(Φάνης Παπαγεωργίου – για την οργάνωση/συντονισμό της εκδήλωσης) 

~.~

Στάθης Ιντζές, Gadium (εκδόσεις Θράκα, 2017)

[η΄] 

(…)
Ποτέ μας δεν τολμήσαμε τη σύρραξη
δε σκεφτήκαμε ούτε για μια στιγμή
τη λέξη ε π α ν ά σ τ α σ η
ποτέ δεν τραγουδήσαμε φάλτσα
γεύση ψωμιού δεν είχαμε στο στόμα.

Μια κακιά στιγμή και όλα θα πνίγονταν στο αίμα.

Οι Ξένοι ζήτησαν πειθαρχία.
Το αίτημά τους έγινε δεκτό.

Το βράδυ κατέλυσαν στα σπίτια μας.
Πήραν τις γυναίκες μας απ’ το χέρι
και τα παιδιά μας παραμάσχαλα.
Κανείς δεν έφερε αντίρρηση.

Δεν ήταν ξεκάθαρο
–απ’ όσο γνωρίζαμε–
αν έπεσε το καθεστώς.
Αν προσθέσουμε
και το φαινόμενο
της παλίρροιας,
πώς θα μπορούσαμε
να φύγουμε κρυφά διά θαλάσσης;

Όταν ξημέρωσε μάς συγκέντρωσαν στον λόφο.
Ζήτησαν καταγραφή του πληθυσμού
είπαν για γενεαλογικά δέντρα
και να ξεχάσουμε τα γυναικόπαιδα.

Τους δώσαμε τον έλεγχο των καλλιεργειών
την εκμετάλευση όλων των πόρων
ζήσαμε σκλάβοι στα χωράφια μας
με τα κεφάλια στραμμένα στους καρπούς
με τα όπλα πίσω από τις πλάτες μας
να μαλακώνουμε το χώμα μέρα με τη μέρα,
να σκοντάφτουμε κάθε πρωί στον ίδιο δυνάστη
με την αποκρουστική όψη
έχοντας τον ίδιο άνθρωπο πλάι μας,
την ίδια γνάθο κάτω απ’ το πρόσωπό μας.
(…)

~.~

Χάρις Κοντού, ποίημα από ανέκδοτη συλλογή

ΣΒΗΣΜΕΝΑ ΦΩΤΑΚΙΑ ΣΤΙΣ ΛΙΤΑΝΕΙΕΣ

Θα κάνουμε κάποτε ό,τι ονειρευόμασταν
Σεντόνια, πολλά σεντόνια
Και παιδιά, γεννητούρια
Ένα ένα τα μπουμπούκια των μωσαϊκών
Σαν κεράσια πανσέληνα θα απλωθούμε
Ένα γιγαντιαίο πεδίο σφυγμού μαζί και πόνου
που θα κινεί μηχανές
Κι ύστερα θα πιάσουμε μια πούντα εκεί έξω στις μηχανές
μια κρυάδα απ’ τα αυτιά
θα κυκλωθούμε σαν πουκάμισα απ’ τα πλακάκια
Σα ζώα νεανικά θα στάζουμε
Σταγόνα, ο ένας πάνω στον άλλο
Μην ξέροντας ποιος είναι ποιος
Ανάρπαστοι και λιωμένοι!
Σβησμένα φωτάκια στις λιτανείες

~.~

Μαρία Κουλούρη, Καθημερινά κρεβάτια (εκδ. Μελάνι, 2017)

[V]

Έτσι που ξέχασα να τραυλίζω
Άρχισε η μνήμη τα οράματα
Διαδρομές σε ρήγματα και τάφρους
Μεσοτοιχίες από κόκαλα
Και βρέφη που έκλαψαν λίγο
Γιατί δεν ήξεραν αν η ταφή
Γι’ αυτά ήταν παιχνίδι
Ή τρόπος να υπάρχουν

Απαρηγόρητοι άλλοι
Ακούνε ακόμα της γης τη μουσική
Μικρές φωνές σε τέμπο δανεικό
Γιατί πώς να γνωρίζουν τα μωρά
Διάρκεια και νότες
Έτσι γίνομαι ήχος
Χτύπημα του χρόνου
Και είμαι εγώ ο ύπνος των παιδιών

Φορτίο της φύσης μου ένα δέντρο
Κάθε πρωί γεννάω τον κορμό του
Το βράδυ σκουπίζω τους καρπούς
Και είναι το μόνο που μένει
Σε μια κατάσταση διαφορετική
Από αυτό που οι έγκλειστοι κάνουν
Ή όσοι γυρίζουν ικέτες ύλης

Μια ενέργεια δηλωμένη στα χαρτιά
Ως έμψυχη αναπνοή
Ένας ρόγχος αρμόδιος του τρόπου
Ακατάσχετη επανάληψη καρποφορίας
Ένα φαινόμενο καθιερωμένο
Ανάχωμα κλιματικής αλλαγής
Προστασία της ευαισθησία των φύλλων
Για μια πεποίθηση γερή
Αναρριχώμενη μέχρι τον τελευταίο στίχο
Το έσχατο κλαδί το κεφάλι μου

Και αν στέκομαι στο χείλος του βίου
Δεν είναι γιατί αντέχω το βάρος
Είναι γιατί τελείωσε το χώμα
Και πού να μπουν οι λέξεις

Κάποιος πρέπει να κρατήσει τη γραμμή
Χρειάζεται αέρας
Να κουνηθεί το φύλλωμα

~.~

Λουκάς Λιάκος, Στροφορμή (εκδ. Straw Dogs, 2016)

ΟΠΩΣ ΣΕ ΑΓΑΠΑΩ

Όπως σε αγαπάω σου λέω θα ζήσεις και θα ζήσεις
χωρίς να ξέρεις πώς είναι
να πεθαίνεις κάθε πρωί.
Θα ’πρεπε να μας πυροβολήσουν.
Έρχεται ωστόσο
ό,τι μας ερειπώνει
με την παρηγοριά των προαστίων.
Επανάληψη, παύση, φιλοδοξίες.
Να πάμε προς τη θάλασσα
τις αποικίες
κυνηγημένοι από ένα άδειο λεωφορείο που κουδουνίζει
και κουβαλάει ξυλιασμένα τα πόδια σου
και κουβαλάει τον δρόμο
που γυρνάει στο μυαλό σου
μια παιδική κούνια, μια μεμβράνη
από συμμαθήτριες ξέφτια
νεκροταφείου.
Όπως σε αγαπάω βρίσκω τον θάνατο.
Φυλαγόμαστε λίγο
είναι καιρός να νοιαστούμε
μα πως; εγώ που κοιταζόμουν δεν έβλεπα
τη ζέστη κάτω απ’ το πουκάμισό μου κι έκλαψα
υπό τη σκιά των αθηναϊκών τοτέμ
με τα χέρια μου να σπρώχνουν στις τσέπες
ανάξιος στο μισόφωτο να δω ή να μιλήσω
κι όλα πια
τυχαίναν ερμηνείας.
Όπως σε αγαπάω μπορώ και χαρίζομαι.
Ας γίνω εξήντα
κι οι λέξεις χιλιόμετρα
δάκρυα διάρκειας
παρά ελευθερίας
σχέδια κενής συνθήκης
δεύτερη, τρίτη γέννηση: ένα πραγματικό τέρας
γεμίζει τα ποτήρια μας
μας ταπώνει το στόμα.
Όπως σε αγαπάω με αποστρέφεσαι
με τα χαμένα σε αγαπάω
ένα κερί είναι τα μάτια
κι αυτό με διέσχισε.

~.~

Αλέξιος Μάινας, Το ξυράφι του Όκαμ (εκδ. Μικρή Άρκτος, 2014)

(Et in Arcadia ego, 01:10)
Μπροστά σου δεν υπάρχει οδός και πίσω σου χαλάει 

Τα καναρίνια
εύκολα κίτρινα πουλιά σχεδιασμένα πρόχειρα
φωνάζουν το σκοτάδι
κι οι κόπροι της αλάνας γαβγίζουν και τα πεύκα.
Ο λεγόμενος καιρός, αν ήρθε
θα πέθανε τη νύχτα
όπως πεθαίνουν οι τηλεοράσεις.
Ρέματα με μπαζωμένες βροχές
και μισογδαρμένες κνήμες
σπασμένοι φράχτες ξύλινες κολόνες
μια γειτονιά από συνάψεις τοίχων
και ξεραμένες λάμπες ηλεκτρικού.

Πάνω απ’ τις στέγες η εκπνοή της στάχτης
αναζητεί κάτι ακόμα να κάψει.

~.~

Φάνης Παπαγεωργίου, Η θάλασσα με τα 150 επίπεδα (εκδ. Κουκούτσι, 2015)

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΔΥΟ ΝΕΩΝ

Θα γύριζαν την υδρόγειο
συζητούσαν την ύπαρξη ηπείρων
θα βούλιαζαν στο λευκό χυλό του φωτός
μετρούσαν τις αποστάσεις των αστεριών
θα περιπολούσαν τον κόσμο
γκρεμιζόταν αστέρι στο φιλί τους
θα γέμιζαν το κενό
οι χορδές εκτόπιζαν τους ήχους
θα γινόντουσαν δίκοπο πρόσωπο
τα ποτάμια κρεμόντουσαν πάνω από τη θάλασσα

θα ήταν μέλλον
αν είχαν παρόν

~.~

Δανάη Σιώζιου, Χρήσιμα παιδικά παιχνίδια (εκδ. Αντίποδες, 2016)

ΧΩΡΙΣ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ

Υπάρχουν μέρες που μας πλημμυρίζει
αισιοδοξία σχεδόν
χωρίς κανένα λόγο
έτσι που να νομίζεις ότι
τα ελάχιστα δέντρα έξω
γέρνουν σαν τρυφερό δίχτυ
πάνω από όλο τον υπόλοιπο καιρό
και τον συγκρατούν
σαν να κατοικούσαμε όλοι σε δεντρόσπιτα
στο βυθό μιας λίμνης
έτσι που ό,τι έρχεται από έξω αναγκαστικά
να ελαφραίνει πολύ ώσπου να μας βρει.
Η ζωή γίνεται τότε ξανά
ζωή από νερό
με σώματα μαλακά, ελαφριά
και φιλικά πλάσματα τριγύρω.
Τέτοιες μέρες είναι φτιαγμένες από σούπες
και γλυκά πράγματα.
Κανένα έλλειμμα γενναιοδωρίας δεν κάμπτει τότε
το θάρρος που χρειάζεται για μία ευγενική λέξη
ή ένα ενθαρρυντικό νεύμα.
Eίναι οι μέρες που η αγάπη με πείθει
ότι δεν τα χάσαμε ακόμα όλα
ότι τα φύλλα είναι καλά στερεωμένα
κι ό,τι έφυγε
πέρα ακόμα κι από το πένθος
δεν ήταν αυτό που νόμιζα πως
πάλι ολόιδια
θα με ξανατρομάξει.

~.~

Γιώργος Ψάλτης, Παναγιές Ελένες (εκδ. Ίκαρος, 2014)

[ΙΖ΄]

Όλα αυτά που έγιναν χώρεσαν στο ποτήρι
όπως ζωγραφίστηκε με θάλασσα και με ήλιους,
παραλείποντας τις σελήνες και τις ελιές –
που έμαθαν τα μπαρμπούνια από τα δίχτυα
επειδή αξημέρωτα απλώνονται σε βυθούς
γυμνούς από ανθρώπους και γλάρους.
Λυπάμαι. Η θέση μου αδυνατεί να πει
τον τρόπο άντλησης όσων τυχερά θα έρθουν
από ορίζοντες χαραγμένους στην ενιαία μνήμη
όλων εκείνων που προηγήθηκαν ξαφνικά
ενώ τα ρούχα τους στέγνωναν πλάι στο τζάκι.
Ευθύνομαι. Είδα τις ώρες της αργίας
να γίνονται στιγμές χωρίς στάλες ουσίας,
άκουσα τραγούδια που αγνοούν τον Φρόιντ,
μύρισα σώματα ενώ ζητούσαν αγκαλιά,
άγγιξα σκέψεις που ξεχώρισαν ως αφρός,
γεύτηκα πριν νιώσω τον πόνο του νεκρού,
σκύβω για όσα έκανα μαζί με άλλους.
Πικραίνομαι. Πίνω κρασί από ένα αμπέλι
που θα μπορούσε να είναι δικό μου,
το πληρώνω με τις ώρες εργασίας.
Ουρλιάζω. Οι σιωπές μου είναι κλεισμένες
σε τοίχους που θα σήμαιναν την ελευθερία.

~~..~~

Οι Στάθης Ιντζές, Χάρις Κοντού, Μαρία Κουλούρη, Λουκάς Λιάκος, Αλέξιος Μάινας, Φάνης Παπαγεωργίου, Δανάη Σιώζιου, Γιώργος Ψάλτης γράφουν ποίηση.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ